Βλέπε επίσης το υποκεφάλαιο Διαταραχές ύπνου στο κεφάλαιο των ψυχικών νοσημάτων.
Ορισμός
Μειωμένη δυνατότητα για ύπνο, όσο αφορά το χρόνο αποκοίμησης, τις φορές που ξυπνάει ή στη διάρκεια του ύπνου, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται αρνητικά η απόδοση στη διάρκεια της ημέρας.
Αιτίες
Η υποκειμενική βίωση διαταραχών ύπνου πληθαίνει με τη αύξηση της ηλικίας.
Οι γεροντότεροι περνούν περισσότερο χρόνο στο κρεβάτι, χωρίς να κοιμούνται συγκριτικά με τους νεότερους.
Συχνά αποκοιμιούνται για σύντομο χρονικό διάστημα στη διάρκεια της ημέρας.
Ο συνολικός χρόνος ύπνου μειώνεται με την ηλικία.
Οι 70-χρονοι και οι γεροντότεροι κοιμούνται κατά μέσο όρο 6 – 6½ ώρες/24ωρο.
Νοσήματα/ συμπτώματα, τα οποία μπορεί να δημιουργήσουν διαταραχές ύπνου, είναι οι μυϊκές συσπάσεις (κράμπες) των ποδιών, το άλγος
(η οστεοαρθρίτιδα, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η κυκλοφορική ανεπάρκεια των κάτω άκρων, η σπονδυλική στένωση, η στεφανιαία ανεπάρκεια, η νυκτερινή στηθάγχη, το καρκινικό άλγος κ.ά.),
η βίωση αρρυθμίας, η κατάθλιψη, η νυκτουρία, η υπνική άπνοια, το άσθμα/η ΧΑΠ, η νόσος Parkinson.
Η ανοϊκή συνδρομή ή άλλη οργανική εγκεφαλική νόσος/ τραυματισμός προκαλεί συχνά ένα περίπλοκο πρότυπο ύπνου.
Φάρμακα, τα οποία μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα ύπνου:
Στεροειδή, βήτα-αποκλειστές, α-ΜΕΑ (ΠΡΟΣΟΧΗ στο βήχα!), L-dopa, σκευάσματα-SSRI, αναστολείς χολινεστεράσης, βενζοδιαζεπίνες (ιδιαίτερα σε οργανική εγκεφαλική νόσο/ κάκωση, καθώς και σε διακοπή τους) κ.ά.