Σύντομη περίληψη του υποκεφαλαίου:
* Συνηθισμένες αιτίες είναι το στρες, το αλκοόλ, η μικρή φυσική δραστηριότητα, η κοιλιακή παχυσαρκία, ο διαβήτης, η προστατεκτομή μετεγχειρητικά, τα φάρμακα, η κακή συμβίωση.
Συχνά πίσω υποκρύπτεται η αθηροσκλήρυνση εξαιτίας υπέρτασης, καπνίσματος, υψηλών λιπιδίων κ.ά.
* Διερεύνηση με επικέντρωση στους υποκείμενους παράγοντες, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται η ΑΠ, η γλυκόζη-πλάσματος, τα λιπίδια.
Ενδεχομένως ορμονικός έλεγχος.
* Θεραπεία πρωταρχικά με αναστολείς-PDE-τύπου 5, όπως ταδαλαφίλη, βαρντεναφίλη, σιλδεναφίλη.
Ίσως να χρειαστεί να γίνει ανασκόπηση της παρούσας φαρμακευτικής αγωγής (β-αποκλειστές, διουρητικά, αντιυπερτασικά με κεντρική δράση, σκευάσματα-SSRI, κ.ά.).
Ορισμός
Αδυναμία επίτευξης ή διατήρησης μίας ικανοποιητικής στύσης, όπως χρειάζεται, ώστε να ολοκληρωθεί η σεξουαλική επαφή.
Αιτίες
Ορμονικά αίτια: Υψηλά επίπεδα προλακτίνης, υποθυρεοειδισμός, υπερθυρεοειδισμός, νόσος Cushing, χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης-ορού (οι άντρες, που δυσκολεύονται να διεγερθούν σεξουαλικά, θεωρείται συχνά ότι παρουσιάζουν έλλειψη ανδρικών ορμονών του φύλου, κάτι το οποίο σπάνια ισχύει). Ο υπογοναδισμός ως αποκλειστικό αίτιο ανικανότητας είναι ασυνήθιστος.
Φαρμακευτικά σκευάσματα: Αντιυπερτασικά (διουρητικά, βήτα αποκλειστές, υδροχλωρική κλονιδίνη κ.ά. σκευάσματα με κεντρική δράση), ψυχοφάρμακα (βενζοδιαζεπίνες, SSRI, τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά, νευροληπτικά), σιμετιδίνη, αναστολείς 5α-ρεδουκτάσης. Καταστολή τεστοστερόνης. Η στυτική δυσλειτουργία προκαλείται συχνότερα από κάποια υποκείμενη ασθένεια παρά από κάποια συγκεκριμένη φαρμακευτική αγωγή.
Μειωμένο σεξουαλικό ενδιαφέρον:
Φόβος για στενές κοινωνικές σχέσεις και φόβος για τη σεξουαλική ικανότητα, ενοχές σεξουαλικής φύσης, σχέση ζευγαριού από την οποία λείπει η ικανοποίηση.
Η διάρκεια της σχέσης ενός ζευγαριού μπορεί να λειτουργήσει αρνητικά, όσο αφορά την επιθυμία/το ενδιαφέρον.
Επίσης αρνητικοί παράγοντες είναι το να μένει κάποιος μόνος του, το να υπήρξε θύμα σεξουαλικής κακοποίησης στην παιδική ηλικία.
Το στρες με τα επακόλουθα χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης, όπως και η κατάθλιψη, αποτελούν συνηθισμένες αιτίες.
Το μειωμένο σεξουαλικό ενδιαφέρον είναι συχνό σε χαμηλό επίπεδο υγείας (μεταβολικό σύνδρομο, διαβήτης, ορμονικά αίτια [βλέπε παραπάνω], εγκεφαλική βλάβη, νευρολογική νόσος [βλέπε παρακάτω] και άλλες χρόνιες ασθένειες).
Πολλά φαρμακευτικά σκευάσματα [βλέπε παραπάνω] μειώνουν το σεξουαλικό ενδιαφέρον.
Μειωμένο σεξουαλικό ενδιαφέρον υπάρχει ακόμη και λόγω ανησυχίας, κακής οικονομικής κατάστασης, όπως και έλλειψης ικανοποίησης, όσο αφορά τη ζωή στο σύνολό της.
Φυσιολογικά το σεξουαλικό ενδιαφέρον μειώνεται, καθώς αυξάνεται η ηλικία.
Νευρολογικά αίτια:
ΑΕΕ, σκλήρυνση κατά πλάκας, βλάβες νωτιαίου μυελού, νόσος Parkinson, νευροπάθειες (π.χ. διαβήτης).
Επεμβάσεις:
Συμβαίνει συχνά μετά από αντιμετώπιση, που αποσκοπεί στη θεραπεία του καρκίνου του προστάτη
(ριζική προστατεκτομή, ακτινοθεραπεία).
Αγγειακά αίτια:
Αθηροσκλήρυνση στις αρτηρίες του πέους ή φλεβική απώλεια ή συνδυασμός των δύο.
Παρουσιάζεται συχνά σε διαβητικούς, καπνιστές (= σημαντικός παράγοντας κινδύνου), υπερτασικούς.
Ανικανότητα/ ατελής στύση εκδηλώνεται συχνά ως πρώτο σύμπτωμα καρδιαγγειακής νόσου, επομένως φαίνεται να υπάρχει μία ισχυρή σχέση, ώστε το σύμπτωμα να θεωρείται ότι λειτουργεί ως δείκτης για μία αρχόμενη καρδιαγγειακή νόσο αμέσως στο ξεκίνημά της.
Διάφορα αίτια:
Αλκοόλ (μακροχρόνια κατανάλωση αλκοόλ), ναρκωτικά, νικοτίνη, ΧΑΠ, υπνική άπνοια, μικρή φυσική δραστηριότητα, κοιλιακή παχυσαρκία, ουραιμία, αιμοχρωμάτωση.
Αντικειμενική εξέταση
Ιστορικό, που περιλαμβάνει τη χρονική διάρκεια και τις διακυμάνσεις της ενόχλησης.
Ύπαρξη πρωινής στύσης;
Αίσθημα (σεξουαλικής) επιθυμίας;
Κοινωνική κατάσταση (που συμπεριλαμβάνει πληροφορίες και για το πώς λειτουργεί τυχόν σχέση ως ζευγάρι).
Στρες;
Γενικός ιατρικός έλεγχος, που περιλαμβάνει ιστορικό σχετικά με τη λήψη φαρμακευτικών σκευασμάτων, αλκοόλ, καπνίσματος, διαβήτη, υπέρτασης, αθηροσκλήρυνσης.
Φυσιολογική/ μειωμένη σεξουαλική επιθυμία;
Φυσιολογική ανάπτυξη γενείου;
Έλεγχος των εξωτερικών γεννητικών οργάνων, έλεγχος για αγγειακά, ορμονικά ή νευρολογικά νοσήματα.
Διερεύνηση
Εργαστηριακός έλεγχος:
ΑΠ, γλυκόζη-πλάσματος, χοληστερόλη-ορού. Σε επιλεγμένες περιπτώσεις γίνεται έλεγχος: TSH, ελεύθερης Τ4, PSA, τεστοστερόνης-ορού (δείγμα μετά από νηστεία, που λαμβάνεται το πρωί μεταξύ ώρας 7-10 μετά από φυσιολογική νυκτερινή ανάπαυση. Η δοκιμασία δε χρειάζεται να γίνει, όταν η σεξουαλική επιθυμία είναι φυσιολογική και τα γένια αναπτύσσονται φυσιολογικά), LH, FSH, προλακτίνης.
Σε ολική απώλεια στύσης μπορεί να γίνει μία φαρμακευτική ενδοσηραγγώδης δοκιμασία.
Ενίεται αλπροσταδίλη 5-15 μg στο εσωτερικό του σηραγγώδους σώματος.
Να ξεκινάτε με χαμηλή δόση (2,5 μg), αν υπάρχει υποψία βλάβης νωτιαίου μυελού ή ψυχολογικής επιβάρυνσης.