Κάταγμα κλείδας

ICD-10 : S42.00/01

Ορισμός

Κάταγμα κλείδας, συνήθως μεταξύ του μέσου και του εξωτερικού ενός τρίτου.

 

Αιτία

Συχνότερα σε πτώση με τεντωμένο πάνω άκρο ή βία απευθείας στον ώμο.

Εξαιτίας του ότι οι μύες είναι στερεωμένοι στην κλείδα το τμήμα του κατάγματος έλκει σε διάφορες κατευθύνσεις και διαπιστώνεται συχνά μετατόπιση του κατάγματος.

 

Συμπτώματα

Πόνος και συχνά ορατή παραμόρφωση σε μετατοπισμένο κάταγμα.

 

Αντικειμενική εξέταση

Η διάγνωση μπαίνει συχνότερα σε ορατή παραμόρφωση.

Ακροαστείτε τους πνεύμονες, για να αποκλειστεί τυχόν πνευμοθώρακας (από τμήμα, που έχει προκαλέσει διάτρηση).

Επίσης αποκλείστε κάκωση νεύρων/ αγγείων.

Σε βλάβες του βραχιόνιου πλέγματος εκδηλώνεται πάρεση.

Σε βλάβη αγγείων ψυχρότητα πάνω άκρου.

 

Διερεύνηση

Κλινική διάγνωση, ενώ η ακτινογραφία επιβεβαιώνει τη διάγνωση.

Ζητήστε συμπληρωματική ακτινογραφία της ωμοπλάτης και ενδεχομένως των πνευμόνων σε υποψία πνευμοθώρακα (ακρόαση/ υψηλή παραμόρφωση).

Ελέγξτε με αντικειμενική εξέταση την κατάσταση των περιφερικών νεύρων και αγγείων.

 

Θεραπεία

Αρχικά συντηρητική θεραπεία. Καθησύχαση του ασθενή, αναλγητικά και ενδεχομένως ακινητοποίηση του πάνω άκρου με τρίγωνο επίδεσμο ή όπως ονομάζεται επίδεσμος-8 για μερικές μέρες, εβδομάδα/ εβδομάδες για την ανακούφιση από τον πόνο. Στη συνέχεια προοδευτική αύξηση της κινητοποίησης του ώμου και του πάνω άκρου. Κάποια μικρή μετατόπιση είναι αποδεκτή.   Χειρουργική θεραπεία σε μετατοπισμένα ή αμβλέα τμήματα κατάγματος, από τα οποία υπάρχει κίνδυνος διάτρησης του δέρματος ή επίδραση των νεύρων ή των αγγείων. Η χειρουργική σταθεροποίηση είναι δυσχερής λόγω κινδύνου θραύσης του υλικού εξαιτίας υψηλής κινητικότητας της κλείδας. Σε έντονα συμπτώματα, που επιμένουν, ίσως χρειαστεί εγχείρηση. Στο σημείο του κατάγματος διαπιστώνεται ευδιάκριτος πώρος οστού εξαιτίας της υποδόριας κατάστασης του οστού.