Γενικά
Μετά την πάροδο της δεκαετίας του -60 πραγματοποιείται προσυμπτωματικός έλεγχος με λήψη κυτταρολογικού δείγματος από τον τράχηλο.
Οι γυναίκες (στη Σουηδία), που ανήκουν στις κατηγορίες ηλικιών με υψηλό κίνδυνο να αναπτύξουν προστάδιο επιθετικού καρκίνου, ειδοποιούνται τακτικά να προσέλθουν για έλεγχο από την ηλικία των 23-25 ετών κάθε 3ο έτος μέχρι την ηλικία των 50 ετών και μετά κάθε 5ο έτος μέχρι και την ηλικία των 60 ετών.
Το πρόγραμμα προσυμπτωματικού ελέγχου έχει ελαττώσει την επίπτωση καρκίνου του τραχήλου (της μήτρας) περίπου κατά 50%!
Διερεύνηση
Το κυτταρολογικό δείγμα εξετάζεται, εφόσον το κυτταρολογικό υλικό είναι επαρκές, σχετικά με το αν τα κύτταρα είναι φυσιολογικά ή παρατηρούνται αποκλίσεις.
Όταν διαπιστώνονται αποκλίσεις στα κύτταρα, συχνά απαιτείται επιπλέον ιστοπαθολογική διάγνωση (εκτίμηση) διαμέσου κολποσκόπησης και κατευθυνόμενης τραχηλικής βιοψίας.
Καιροσκοπικός κυτταρολογικός έλεγχος, δηλαδή κυτταρολογικός έλεγχος, που δε συμπεριλαμβάνεται στο πρόγραμμα προσυμπτωματικού ελέγχου, μπορεί να λαμβάνεται, όταν πρόκειται για γυναίκα, στην οποία δεν έχει γίνει πρωτύτερα κυτταρολογικός έλεγχος ή αν έχουν περάσει 3-5 έτη από τον τελευταίο έλεγχο.
Επιπλέον κυτταρολογικός έλεγχος μπορεί να ενδείκνυται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
Προηγούμενη απόκλιση, χωρίς να έχει γίνει αντιμετώπιση, κονδυλώματα ή ιστορικό κονδυλώματος, ενδιάμεσες αιμορραγίες ή αιμορραγίες επαφής, επανειλημμένες τραχηλίτιδες, προηγούμενες κυτταρικές αλλοιώσεις ή κονδυλώματα στο ενδοκολπικό τμήμα του τραχήλου της μήτρας.
Σε ύπαρξη αλλοιώσεων γίνεται έλεγχος DNA, για να ανιχνευτεί τυχόν ιός των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV).
Σε μία τέτοια περίπτωση η ασθενής καλείται στο γυναικολογικό ιατρείο.
Σύμφωνα με το σουηδικό υπουργείο υγείας συστήνεται έλεγχος-HPV σε όλα τα δείγματα, που στέλνονται για κυταρολογικό έλεγχο γυναικών ηλικίας μεταξύ 30-64 ετών.
Τεχνική λήψης κυτταρολογικού δείγματος
Τα σκέλη του κολποδιαστολέα (speculum & depressor) εισάγονται οπωσδήποτε χωρίς λιπαντικά μέσα, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί διάλυμα φυσιολογικού ορού για την εφύγρανσή τους.
Το δείγμα λαμβάνεται, χωρίς να προηγείται σκούπισμα.
Το κυτταρολογικό υλικό συλλέγεται από τη ζώνη μετάπτωσης του εξωτραχήλου και απλώνεται στην αντικειμενοφόρο πλάκα.
Στη συνέχεια το βουρτσάκι συλλογής δείγματος (κυτταρολογικό βουρτσάκι) περιστρέφεται πολλές φορές (προσέξτε τις οδηγίες λήψης του δείγματος ανάλογα με τον τύπο του προϊόντος) μέσα στον τραχηλικό αυλό και το υλικό απλώνεται κυκλικά στην πλάκα, όσο πιο κοντά γίνεται στο σημείο αναγραφής του ονόματος.
Αμέσως μετά το δείγμα τακτοποιείται.
Σήμερα στους περισσότερους νομούς (της Σουηδίας), αντί να χρησιμοποπιείται η αντικειμενοφόρος πλάκα, που προαναφέρθηκε, χρησιμοποιείται η κυτταρολογία υγρής φάσης.
Μετά από τη λήψη του δείγματος περιστρέψτε τη σπάτουλα και αντιστοίχως το βουρτσάκι απευθείας μέσα στο δοχείο με το ειδικό διάλυμα σταθεροποίησης.
Σε όλα τα αποτελέσματα, που δείχνουν αποκλίσεις, πρέπει να ακολουθεί διερεύνηση.