Ορισμός
Τουλάχιστον μία ενόχληση (π.χ. κόπωση, απώλεια όρεξης, στομαχικές διαταραχές, διαταραχές ουροφόρων οδών), οι οποίες έχουν ξεκινήσει τουλάχιστον πριν έξι μήνες.
Αποτελεί προϋπόθεση ότι μετά από τη διερεύνηση τα συμπτώματα δε θα πρέπει να οφείλονται σε νόσο/ κατάχρηση/ χρήση φαρμάκων.
Οι διαμαρτυρίες σχετικά με τα συμπτώματα σε γνωστή νόσο είναι επίμονα και προκαλούν μεγαλύτερη δυσλειτουργία από εκείνη που είναι εύλογα αναμενόμενη με βάση το ιστορικό, τη φυσική εξέταση ή τα αποτελέσματα του εργαστηρίου.
Τα συμπτώματα θα πρέπει να προκαλούν σαφή ταλαιπωρία ή επιδείνωση της λειτουργίας σημαντικών στοιχείων, να έχουν διάρκεια τουλάχιστον έξι μηνών, να μην αποδίδονται περισσότερο σε κάποια άλλη ψυχική διαταραχή
(βλέπε στη διαφοροδιάγνωση) και να μην τα προκαλεί ο ασθενής ούτε να τα προσποιείται σκόπιμα.
Αιτίες
Από την πλευρά της ψυχολογικής ερμηνείας οφείλεται στο ότι τα συναισθήματα (συχνότερα φόβος/ άγχος) δεν ερμηνεύονται, όπως θα έπρεπε, αλλά ως πρωταρχικές οργανικές εκδηλώσεις.
Η οργανική επίδραση προκύπτει λόγω ενεργοποίησης του συμπαθητικού νευρικού συστήματος.
Όλα όσα βιώνουμε αποκτούν μία σωματική/ φυσιολογική συσχέτιση, σε άλλους περισσότερο και σε άλλους λιγότερο.
Συμπτώματα
Ο ασθενής είναι πραγματικά ανήσυχος για τα συμπτώματά του και υπερβολικά απορροφημένος από αυτά.
Εκείνος/εκείνη αναζητάει πολλούς γιατρούς, αλλά μερικές φορές τριγύρω από τις υγειονομικές υπηρεσίες.
Ο ασθενής εγκλωβίζει τα συνηθισμένα μηνύματα του σώματος και προσηλώνεται σε αυτά.
Διαφορική διάγνωση
Σωματική ασθένεια, αγχώδης διαταραχή, συμπτώματα, που οφείλονται σε ψυχοκαταπόνηση, διαταραχή ύπνου, κατάθλιψη, διάφορες σωματόμορφες διαταραχές (π.χ. σωματόμορφες διαταραχές, σωματόμορφη διαταραχή πόνου), σεξουαλική δυσλειτουργία (π.χ. δυσπαρεύνια), ψυχωσική νόσος.