Σύντομη περίληψη της παραγράφου της θεραπείας:
Το φαρμακευτικό μέρος της θεραπευτικής αγωγής περιλαμβάνει τη χορήγηση:
Αναστολέων-ΜΕΑ αρχικά.
Σε εκδήλωση (βήχα ως) παρενέργειας χορηγείται ένας ΑΥΑ.
Αποτελούν ιδιαίτερα κατάλληλα σκευάσματα σε διαβήτη, πρωτεϊνουρία, άλλη νεφρική νόσο, καρδιακή ανεπάρκεια, περιφερική αγγειοπάθεια.
Ανταγωνιστής ασβεστίου, αν χρειαστεί ως επιπλέον αγωγή.
Τα διουρητικά αποτελούν εναλλακτική λύση 1ης-εκλογής.
Μεταξύ άλλων είναι κατάλληλα για ηλικιωμένους ασθενείς, καθώς και σε αυξημένη πίεση παλμού.
Να αποφεύγονται κυρίως στους διαβητικούς.
β-αποκλειστές εναλλακτικά σε καρδιακή ισχαιμία, συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, ταχυκαρδία ή άλλη αρρυθμία.
Να αποφεύγονται κυρίως σε διαβητικούς.
Η σπιρονολακτόνη, καθώς και οι αναστολείς του συμπαθητικού, αν χρειαστεί, χορηγούνται ως συμπληρωματική θεραπεία.
Μέτρα προσαρμογής του τρόπου ζωής αποτελούν θεμέλιο λίθο (τακτική άσκηση, διακοπή καπνίσματος, αν χρειαστεί μείωση βάρους).
Ορισμός
Αρτηριακή πίεση (ΑΠ) πάνω από 140/90 mmHg σε τουλάχιστον 3 μετρήσεις μέσα σε 3 μήνες.
Υψηλή φυσιολογική ΑΠ: 130-139/85-89 mmHg.
Ήπια υπέρταση: 140-159/90-99 mmHg.
Μέτρια υπέρταση: 160-179/100-109 mmHg.
Σοβαρή υπέρταση: Πάνω από 180/ > 110 mmHg.
Η πιο υψηλή τιμή, π.χ. 159/105, αφορά μία μέτρια υπέρταση.
Η πίεση παλμών (η διαφορά μεταξύ της συστολικής και της διαστολικής αρτηριακής πίεσης) αποτελεί πιο ισχυρό προγνωστικό παράγοντα για καρδιακή νόσο, από ό,τι ο απόλυτος αριθμός της πίεσης του αίματος από μόνος του.
Η υπέρταση αποτελεί μία νόσο, που γενικά συνεπάγεται υψηλή επίπτωση νόσησης και πρόωρο θάνατο.
Σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές κατευθυντήριες οδηγίες του 2019 ορίζονται ως φυσιολογικές τιμές-στόχος της ΑΠ σε ασθενείς < 65 ετών οι τιμές: 120-129/<80 mmHg.
Σε ασθενείς > 65 ετών ορίζονται αντίστοιχα ως φυσιολογικές τιμές ΑΠ οι ακόλουθες: 130-139/<80 mmHg.
Αιτίες
Συνήθως άγνωστη στις μεμονωμένες περιπτώσεις, όπως αποκαλείται πρωτοπαθής υπέρταση, πολύ-παραγοντική με ισχυρή κληρονομική προδιάθεση.
Στον πληθυσμό των δυτικών χωρών η πίεση του αίματος αυξάνεται προοδευτικά με την ηλικία.
Ένα μεγάλο μέρος της υπέρτασης εξαρτάται από την κατακράτηση άλατος/ ύδατος, που επιτελείται διαμέσου διάφορων μηχανισμών.
Γνωστοί παράγοντες είναι:
Tο υπερβολικό βάρος, η υψηλή κατανάλωση μαγειρικού αλατιού,
το αλκοόλ (κυρίως μεμονωμένη αύξηση της διαστολικής πίεσης σε τακτική κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων),
το ψυχοκοινωνικό άγχος (συμπεριλαμβάνεται μεταξύ άλλων ο κυκλοφοριακός θόρυβος για μεγάλη χρονική περίοδο), η ανησυχία,
η μάσηση καπνού,
η στένωση ισθμού αορτής (ιδιαίτερα σε νεαρά άτομα η αρτηριακή πίεση να μετριέται και στους δύο βραχίονες, στα κάτω άκρα, να ψηλαφώνται οι παλμοί των μηριαίων και να γίνεται ακρόαση της καρδιάς),
η υπνική άπνοια, φάρμακα (ΜΣΑΦ, αντισυλληπτικά χάπια, στεροειδή κ.ά.),
ενδοκρινολογικά νοσήματα (υπερθυρεοειδισμός, πολυκυτταραιμία, φαιοχρωμοκύτωμα, σύνδρομο Cushing, ακρομεγαλία, πρωτοπαθής υπεραλδοστερονισμός [χαμηλό κάλιο-ορού], υπερπαραθυρεοειδισμός).
Δευτεροπαθής υπέρταση:
Συνήθως νεφρικής αιτιολογίας (επίκτητη νεφρική νόσος, στένωση νεφρικής αρτηρίας [είναι τυπική η αύξηση της κρεατινίνης > 20% μετά την έναρξη λήψης αναστολέων-ΜΕΑ/ΑΥΑ, υπερτασικοί < 40 ετών, αύξηση κρεατινίνης άγνωστης αιτιολογίας, δυσθεράπευτη υπέρταση, φύσημα στην περιοχή της κοιλίας]), υπεραλδοστερονισμός (εξαιτίας αδενώματος ή υπερπλασίας επινεφριδίων).
Να υποψιάζεστε δευτεροπαθή υπέρταση σε νεαρούς ασθενείς, σε ασθενείς χωρίς κληρονομική επιβάρυνση για υπέρταση, σε υποκαλιαιμία, σε υπέρταση με ταχεία έναρξη ή προοδευτική αύξηση της αρτηριακής πίεσης.
Συμπτώματα
Συχνά εντελώς ασυμπτωματική.
Μπορεί να εμφανιστεί κόπωση και πονοκέφαλος.
Πολλές φορές ανακαλύπτεται τυχαία σε έλεγχο ρουτίνας.
Όψιμα μετά από μακροχρόνια υπέρταση υπάρχει αυξημένος κίνδυνος για ΑΕΕ, άνοια
(τόσο Αλτσχάιμερ, όσο και αγγειοεγκεφαλικής αιτιολογίας άνοια), έμφραγμα μυοκαρδίου, νεφρική νόσο κτλ.
Η αυξημένη αρτηριακή πίεση αποτελεί τον πιο σημαντικό παράγοντα κινδύνου για πολύ πρόωρο θάνατο!
Διερεύνηση
Χρειάζεται να επαναλαμβάνεται (3-6 φορές) η μέτρηση της αρτηριακής πίεσης με μεσοδιάστημα τουλάχιστον 1 εβδομάδας.
Η μέτρηση της αρτηριακής πίεσης από το ίδιο το άτομο στο σπίτι του με αυτόματο πιεσόμετρο φαίνεται ότι έχει καλό αποτέλεσμα.
Η μέτρηση της αρτηριακής πίεσης γίνεται σε καθιστική θέση μετά από ανάπαυση 5 λεπτών σε καρέκλα με υποστήριξη πλάτης και στήριγμα για το βραχίονα, στον οποίο γίνεται η μέτρηση.
Η περιχειρίδα του πιεσομέτρου πρέπει να τοποθετείται στο ύψος της καρδιάς.
(Ελέγξτε τον εξοπλισμό του ιατρείου. Τα πιεσόμετρα πρέπει να βαθμονομούνται μία φορά το χρόνο.)
Πάρτε τη μέση τιμή από τουλάχιστον 2 μετρήσεις με μεσοδιάστημα 2 λεπτών.
Η πρώτη μέτρηση λαμβάνεται και στους δύο βραχίονες.
Στους ηλικιωμένους και τους διαβητικούς με οργανικές βλάβες η πίεση πρέπει να λαμβάνεται επιπλέον και σε όρθια θέση, ιδιαίτερα όταν υπάρχει ιστορικό ζάλης/ υπότασης.
Η μέτρηση πρέπει να γίνεται αμέσως μετά την έγερση σε όρθια θέση και ύστερα από 1 /αντίστοιχα 3 λεπτά.
Αντικειμενική εξέταση καρδιάς/ πνευμόνων.
Ψηλαφήστε τους περιφερικούς σφυγμούς.
Ψηλαφήστε την κοιλιακή αορτή και κάνετε ακρόαση της περιοχής πάνω από τις νεφρικές αρτηρίες. Κάνετε επισκόπηση του βυθού των οφθαλμών.
Αν μπορεί με την ακρόαση να ακουστεί η διαστολική πίεση μέχρι το κατώτερο επίπεδο-0, μπαίνει η υποψία ανεπάρκειας αορτικής βαλβίδας.
Η 24-ωρη μέτρηση της πίεσης προσφέρει περισσότερο αξιόπιστα αποτελέσματα και συνιστάται.
Αποκαλύπτει για παράδειγμα την ύπαρξη νυκτερινής υπέρτασης, ενώ είναι χρήσιμη και όταν υπάρχει αβεβαιότητα για το πόσο αντικειμενικά είναι τα αποτελέσματα των μετρήσεων στο ιατρείο (μεταξύ άλλων ’’το σύνδρομο της λευκής ποδιάς’’), συμπεριλαμβανομένης και της γενικής μεταβλητότητας.
Τα επίπεδα αναφοράς της 24-ωρης μέτρησης της αρτηριακή πίεσης είναι τα ακόλουθα :
* Αρτηριακή πίεση εικοσιτετραώρου < 130/80 mmHg.
* Αρτηριακή πίεση στη διάρκεια της ημέρας < 135/85 mmHg.
* Αρτηριακή πίεση στη διάρκεια της νύχτας < 120/70 mmHg.
Χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή σε υψηλή αρτηριακή πίεση των νυκτερινών ωρών.
Είναι μεγάλη η προγνωστική της αξία.
Καταγραμμένοι παράγοντες κινδύνου:
Κάπνισμα, δυσλιπιδαιμία, διαβήτης, ηλικία > 60 ετών, ανδρικό φύλο, κληρονομικότητα για πρόωρη καρδιαγγειακή νόσο (< 65 ετών, όσο αφορά συγγενή γυναικείου φύλου και < 55 ετών, όσο αφορά συγγενή ανδρικού φύλου), συνήθειες σωματικής άσκησης, στρες, ενδεχομένως ροχαλητό με επακόλουθη ημερήσια κόπωση. Ιστορικό καρδιαγγειακού συμβάματος;
Καταγραμμένη ύπαρξη οργανικής βλάβης/ κλινικής καρδιαγγειακής νόσου:
Υπερτροφία αριστερής κοιλίας, στηθάγχη, προηγούμενο έμφραγμα μυοκαρδίου, προηγούμενη επέμβαση PTCA/ χειρουργική επέμβαση bypass, καρδιακή ανεπάρκεια, ΑΕΕ/ ΠΙΕ (παροδικό ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο), νεφροπάθεια (μικρολευκωματουρία/ λευκωματουρία), περιφερική αρτηριακή νόσος ή αμφιβληστροειδοπάθεια, στυτική δυσλειτουργία;
(Αποτελεί συχνά πρώιμο σημείο γενικευμένης αρτηριοσκλήρωσης.)
Εργαστηριακός έλεγχος:
ΗΚΓ (υπερτροφία, ισχαιμία, επάρματα-Q, αποκλεισμός σκέλους, αν χρειαστεί 24-ωρο ΗΚΓ, ιδιαίτερα σε διαβητικούς με υψηλό κίνδυνο τόσο νυκτερινής υπέρτασης, όσο και ορθοστατικής υπότασης), ενδεχομένως Doppler καρδιάς σε υποψία οργανικής καρδιακής νόσου, Hb, Hct, γλυκόζη-πλάσματος νηστείας, λιπιδικό προφίλ-νηστείας, κρεατινίνη ορού, γGT/ CDT, PEth, ελεύθερη Τ4/TSH ορού, Νa ορ, Κ ορ, ουρικό οξύ-ορ. και stick ούρων, μικρολευκωματουρία.
Σε υποψία αλδοστερονισμού γίνεται έλεγχος του πηλίκου αλδοστερόνης/ ρενίνης στο πλάσμα.
Η διερεύνηση δευτεροπαθούς υπέρτασης πραγματοποιείται κάποιες φορές στον τομέα της πρωτοβάθμιας περίθαλψης λόγω κλινικής υποψίας (απαντάται κυρίως σε ασθενείς < 40 ετών.
Η υποψία τίθεται, όταν η αρτηριακή πίεση δε μειώνεται ικανοποιητικά με τη θεραπεία και αντίστοιχα στις περιπτώσεις, κατά τις οποίες η πίεση δε μειώνεται τις νυκτερινές ώρες).
Σε υποψία για:
– Νεφρικά αίτια, παραπέμπεται για υπέρηχο-doppler νεφρών, εναλλακτικά νεφρογραφία με γ-κάμερα.
Η διάγνωση επιβεβαιώνεται με ΑΤ-αγγειογραφία αγγείων-/νεφρικών αρτηριών.
Διαγνωστικό ερώτημα (στο παραπεμπτικό): Στένωση νεφρικής αρτηρίας;
– Για φαιοχρωμοκύτωμα γίνεται διερεύνηση με δύο συλλογές ούρων (μία από τις δύο συλλογή 24ώρου ή συλλογή κατά τη νύχτα) σχετικά με την ελεύθερη νοραδρεναλίνη και αδρεναλίνη, καθώς και τις μεθυλιωμένες (=αδρανείς) κατεχολαμίνες.
Η μέτρηση του επιπέδου της ελεύθερης μετανεφρίνης στο πλάσμα αποτελεί καλή μέθοδο, στην οποία τα φυσιολογικά επίπεδα αποκλείουν το φαιοχρωμοκύτωμα.
– Σε πρωτοπαθή υπεραλδοστερονισμό το πηλίκο αλδοστερόνης/ρενίνης > 100, υψηλή τιμή αλδοστερόνης-ορού, με χαμηλό ή φυσιολογικό Κ-ορ.
Πρέπει να γίνει διακοπή σε όλα τα φάρμακα της υπέρτασης εκτός των ανταγωνιστών ασβεστίου για διάστημα εβδομάδων πριν από την εξέταση.
Γίνεται έλεγχος των επινεφριδίων με αξονική τομογραφία, ώστε να διαφοροδιαγνωστεί ένα αδένωμα (αδένωμα Conn) από μία κοινή υπερπλασία.
Το πρώτο χειρουργείται, η τελευταία αντιμετωπίζεται με αποκλειστές αλδοστερόνης, όπως η σπιρονολακτόνη ή η επλερενόνη.
– Το σύνδρομο αποφρακτικής άπνοιας ύπνου αποτελεί υποτιμημένο κίνδυνο για δευτεροπαθή υπέρταση.
Σύντομος οδηγός διερεύνησης
Φυσιολογική υψηλή ΑΠ 130-139/85 mmHg
Αλλαγές τρόπου ζωής.
Εξετάστε το ενδεχόμενο φαρμακευτικής θεραπείας σε ασθενείς με διαγνωσμένη καρδιαγγειακή νόσο και πολύ υψηλό κίνδυνο.
Υπέρταση 1ου βαθμού ΑΠ 140-159/90-99 mmHg
Αλλαγές τρόπου ζωής.
Εξετάστε το ενδεχόμενο φαρμακευτικής θεραπείας σε ασθενείς με υψηλό ή πολύ υψηλό κίνδυνο με ταυτόχρονη συνύπαρξη καρδιαγγειακής νόσου, νεφρικής ανεπάρκειας ή οργανική βλάβη, η οποία προκλήθηκε από αρτηριακή υπέρταση.
Έναρξη φαρμακευτικής αγωγής σε ασθενείς με μέτριο κίνδυνο χωρίς καρδιαγγειακή νόσο, νεφρική ανεπάρκεια ή οργανική βλάβη από αρτηριακή υπέρταση, στους οποίους δεν έχει επιτευχτεί ομαλοποίηση της αρτηριακής πίεσης μετά από 3-6μηνη αλλαγή του τρόπου ζωής.
Υπέρταση 2ου βαθμού 160-179/100-109 mmHg
Αλλαγές τρόπου ζωής.
Έναρξη φαρμακευτικής αγωγής αμέσως σε όλους τους ασθενείς.
Επίτευξη φυσιολογικής αρτηριακής πίεσης μετά από 3 μήνες.
Υπέρταση 3ου βαθμού ≥180/110 mmHg
Αλλαγές τρόπου ζωής.
Έναρξη φαρμακευτικής αγωγής αμέσως σε όλους τους ασθενείς.
Επίτευξη φυσιολογικής αρτηριακής πίεσης μετά από 3 μήνες.