Κατευθυντήριες οδηγίες για τη διαχείριση πιθανής αλλεργίας σε πενικιλίνη, που προκύπτει από το ατομικό ιστορικό:
Δεν πρέπει να χορηγείται πενικιλίνη, αν προηγούμενη θεραπευτική χορήγηση πενικιλίνης είχε προκαλέσει τουλάχιστον μία από τις παρακάτω αντιδράσεις:
– Της αναφυλαξίας,
– Του συνδρόμου Stevens-Johnson,
– Κλινικής εικόνας αντίδρασης υπερευαισθησίας από ανοσοσυμπλέγματα (τ.ΙΙΙ/ [serumsjukeliknande] (αρθρίτιδες και κνίδωση),
– Της κνίδωσης ή του κνησμώδους εξανθήματος.
Αν κάποια από τις παραπάνω αντιδράσεις εκδηλώνεται κατά τη διάρκεια της θεραπευτικής χορήγησης πενικιλίνης, διακόπτεται και ίσως χρειαστεί παραπομπή για εισαγωγή σε νοσοκομείο.
Πενικιλίνη μπορεί να χορηγείται, αν προηγούμενη θεραπεία με πενικιλίνη είχε προκαλέσει μία από τις παρακάτω αντιδράσεις:
– Όψιμης εμφάνισης (> 2 ημέρες μετά από την έναρξη της θεραπείας) εξανθήματος (όχι κνίδωσης!) χωρίς κνησμό,
– Στομαχικές ενοχλήσεις με ναυτία/διάρροια.
Η διερεύνηση της αλλεργίας στην πενικιλίνη γίνεται με τη διενέργεια της δοκιμασίας RAST στο διάστημα 1-6 μηνών μετά από την αντίδραση στη διάρκεια του οποίου ο ασθενής δε έχει νοσήσει από λοίμωξη (το αρνητικό αποτέλεσμα δεν αποκλείει την ύπαρξη αλλεργίας). Αν το αποτέλεσμα της RAST είναι αρνητικό, μπορεί να γίνει δοκιμασία πρόκλησης με χορήγησή της από το στόμα σε ιατρείο με δυνατότητα αντιμετώπισης επείγοντων συμβάντων. Σ’ αυτήν την περίπτωση συνεχίζει μέχρι σήμερα να αποτελεί ασυνήθιστο γεγονός η πρόκληση επικίνδυνης αντίδρασης. Σε θετική RAST αποφύγετε τη χορήγηση πενικλίνης. Υπάρχει κίνδυνος για αλλεργία από πενικιλίνη.
Μη ξεχνάτε να σημειώνετε στο ιστορικό την ένδειξη ‘’Προσοχή στην πενικιλίνη!’’.
Η αμπικιλίνη στο 5-10% των περιπτώσεων χορήγησής της προκαλεί λεπτόστικτο εξάνθημα χωρίς κνησμό συγκριτικά με τις ιογενείς λοιμώξεις (ιδιαίτερα τη λοιμώδη μονοπυρήνωση) και δε συμπεριλαμβάνεται στις αλλεργίες. Μεγάλος αριθμός εξανθημάτων χωρίς θεραπεία πενικιλίνης σχετίζονται με λοιμώξεις και δεν αποτελούν αλλεργία.