Ορισμός
Χρόνια νευροψυχιατρική δυσλειτουργία (επομένως δεν πρόκειται για ψυχιατρική νόσο).
’’Συγγενής διαταραχή προσωπικότητας’’, όπως η:
ΔΕΠΥ (ADHD/ Attention Deficit and Hyperactivity Disorder),
ADD (Attention Deficit Disorder),
DAMP (Deficits in Attention, Motor control and Perception), διαταραχή αυτιστικού φάσματος συμπεριλαμβανομένου του συνδρόμου Asperger κ.ά.
Ο ορισμός/ τα συμπτώματα σύμφωνα με το DSM IV έχουν προσαρμοστεί για παιδιά και νεαρά άτομα και δεν ισχύει για ενήλικες.
Σε αυτούς ισχύει η κλινική εικόνα, που αναφέρεται παρακάτω.
Αιτίες
Εγκεφαλική δυσλειτουργία με διαπιστωμένες πολυεστιακές, μορφολογικές αλλοιώσεις, στις οποίες μεταξύ άλλων συμμετέχει και ο πρόσθιος λοβός.
Ανισορροπία ντοπαμίνης και νοραδρεναλίνης του συστήματος νευρικών οδών του εγκεφάλου.
Συχνά κληρονομικότητα (στο 75-80%, όσο αφορά τη διαταραχή του αυτιστικού φάσματος και παρόμοια, όσο αφορά τη ΔΕΠΥ).
Ο κίνδυνος αυτισμού αυξάνεται, όταν πρόκειται για ηλικιωμένο πατέρα, όπως επίσης και σε περιγεννητικές κακώσεις (μεταξύ άλλων της ισχαιμίας).
Η ΔΕΠΥ σχετίζεται με την έκθεση σε παθητικό κάπνισμα κατά τη διάρκεια της μικρής παιδικής ηλικίας.
Ο κίνδυνος αυξάνεται σε βάρος γέννησης < 1000 γραμμαρίων.
Ο εγκέφαλος ατόμων με ΔΕΠΥ ωριμάζει πιο αργά από ό,τι στα υπόλοιπα παιδιά με καθυστέρηση περίπου 1 έτους.
Τα διάφορα κέντρα του εγκεφάλου αναπτύσσονται με διαφορετική ταχύτητα, η κινητικότητα αναπτύσσεται πρώιμα.
Όσο αφορά τον αυτισμό, έχει επιτευχθεί η διαπίστωση δομικών αλλοιώσεων της λευκής ουσίας στους συνδέσμους μεταξύ και των δύο λοβών του εγκεφάλου.
Η ανάπτυξη του ανθρώπινου εγκεφάλου ολοκληρώνεται αρχικά στην ηλικία των 25-30 ετών, ενώ νέα νευρικά κύτταρα συνεχίζουν να παράγονται σε όλη τη διάρκεια της ζωής.
Συμπτώματα: ADHD:
Η γενική εικόνα είναι ’’ανεπαρκής εργασιακή μνήμη’’ με ’’απροσεξία’’, λήθη, διάσπαση προσοχής, ανεπαρκή ικανότητα σχεδιασμού/ παρορμητικότητα και δυσκολία στη φροντίδα διάφορων πραγμάτων, καθώς και νευρικότητα, ανησυχία και ’’sensational seeking’’, δυσχέρεια στην αποπεράτωση εργασιών, στην οργάνωση.
Στην ουσία ανεπαρκής έλεγχος των παρορμήσεων και υπερδραστηριότητα, με την πάροδο του χρόνου όλο και μεγαλύτερη μετάβαση σε νευρικότητα,
μεταβολές ψυχικής διάθεσης (οξύθυμη ιδιοσυγκρασία, ξεσπάσματα σύντομης διάρκειας),
διαταραχές ύπνου, ενισχυμένες αισθητηριακές εντυπώσεις
(το να ζεις με ADHD, είναι σαν να ζεις σε έναν πιο έντονο κόσμο. Όλες οι αισθητηριακές εντυπώσεις γίνονται ισχυρότερες).
Μειωμένη ικανότητα συγκέντρωσης (μειωμένη προσοχή, διαταράσσεται εύκολα από τα ελάχιστα εξωτερικά ερεθίσματα, αφηρημάδα, δεν προσλαμβάνει πληροφορίες, δίνει την εντύπωση αφηρημένου και αδιάφορου ατόμου).
Μειωμένο ενδιαφέρον για μη-διεγερτικές εργασίες (καθημερινές εργασίες ρουτίνας, ’’αμελής’’ με τις ώρες, δεν αντέχει εργασίες, για τις οποίες απαιτείται διανοητική προσήλωση), απουσία ’’καθημερινού κινητήρα’’.
Μειωμένη αντοχή σε ψυχοκαταπόνηση, γρήγορη εξάντληση, ευερεθιστότητα, δεν είναι έτοιμος, δεν μπορεί να χειριστεί περίπλοκες καταστάσεις, αδυνατεί να κρατήσει ’’πολλές μπάλες στον αέρα’’, κίνδυνος για σύνδρομο κόπωσης.
Μειωμένη ικανότητα σχεδιασμού:
Οι παρορμήσεις υπερτερούν από την ικανότητα μακροχρόνιου σχεδιασμού (εξαιτίας ελλείψεων ’’στην εργασιακή μνήμη’’ του εγκεφάλου δε σκέφτεται πριν από κάποια ενέργεια, δυσκολία στο να κατευθύνει τον εαυτό του με στοχασμό και ’’την εσωτερική φωνή’’, μειωμένη αντίληψη χρόνου, δε μαθαίνει από προηγούμενα σφάλματα, δυσχέρεια στο να διαχειριστεί τις μνημονικές εικόνες, χρόνια έλλειψη οργάνωσης, δεν τα καταφέρνει με τη διαχείριση των οικονομικών του, χάνει πράγματα, δε μεταφέρει υλικό, που χρειάζεται στο σχολείο/ την εργασία κτλ.).
Μειωμένες κοινωνικές δεξιότητες:
Διακόπτει τους άλλους και δεν τους αφήνει να ολοκληρώσουν.
Η εγκληματικότητα και οι καταχρήσεις υπερεκπροσωπούνται σε ADHD, που σχετίζεται με διαταραχή του αυτιστικού φάσματος.
Η ADHD ως μεμονωμένη διαταραχή δεν υπερεκπροσωπείται σε αυτές τις καταστάσεις.
Προβλήματα σχέσεων (τα περισσότερα άτομα ζουν χωρίς σταθερό σύντροφο, συχνή αλλαγή συντρόφων),
προβλήματα πόνου, συχνή εμπλοκή σε ατυχήματα,
η ADHD σχετίζεται με διαταραχές πρόσληψης τροφής/ αδηφαγία.
Η ADHD ’’δεν αναπτύσσεται’’, αλλά ως ενήλικος και με βοήθεια μπορεί το άτομο να μάθει να αντισταθμίζει τις γνωσιακές δυσχέρειες και να επιλέγει κάποια επαγγελματική κατεύθυνση, όπου οι ιδιαίτερες δυσκολίες δε γίνονται τόσο αντιληπτές και όπου αντίθετα οι ειδικές δεξιότητες το προωθούν.
Η ADHD ξεκινάει κατά την παιδική ηλικία και δημιουργεί προβλήματα στο σχολείο.
Προβλήματα προσοχής και συγκέντρωσης με έναρξη αργότερα στη διάρκεια της ζωής δεν είναι ADHD.
Ως ενήλικος, το άτομο συχνά αναζητά βοήθεια με την κλινική εικόνα του άγχους, της κατάθλιψης, της κατάχρησης και/ή εξαιτίας του ότι δεν τα καταφέρνει με τις απαιτήσεις της ζωής.
ADD:
Πολλά άτομα, στην παιδική ηλικία, των οποίων είχε διαγνωστεί ADHD, ως ενήλικοι μεταβαίνουν στη διάγνωση ADD, όπου είναι μειωμένες μόνο η ικανότητα συγκέντρωσης και σχεδιασμού.
Τα παιδιά με ADD παραμένουν ήρεμα στη σχολική αίθουσα, δεν ακούγονται, ούτε γίνονται αντιληπτά.
Δεν κατανοούν τι έχει πει ο δάσκαλος, οι ημέρες κυλούν, αργόσυρτα στις εργασίες τους.
DAMP:
Όπως παραπάνω, αλλά επιπλέον κινητική δυσκινησία/ αδεξιότητα και μειωμένη ικανότητα συντονισμού.
Διαταραχή αυτιστικού φάσματος:
(Αυτισμός, Asperger [= αυτισμός με υψηλή λειτουργικότητα], άτυπος αυτισμός):
Μειωμένες κοινωνικές δεξιότητες (μειωμένη διαισθητική κατανόηση των άλλων ατόμων, δυσχέρειες στο να ’’διακρίνει τα λεπτά όρια’’ της κοινωνικής αλληλοεπίδρασης, δυσκολίες να δει τα πράγματα από την οπτική γωνία των άλλων και να αντιληφθεί το τι νιώθουν οι άλλοι, μειωμένη ικανότητα ενσυναίσθησης, καθηλώσεις και ’’κλειδώματα/ πάγωμα’’ σκέψεων, απολυτοποίηση σκέψεων, ανεπαρκής ’’κοινή λογική’’, ’’πετάει’’ τις απαντήσεις, πριν να ολοκληρώσει την ερώτησή του εκείνος που μιλάει, υπερβολικά φλύαρο άτομο, χωρίς να αντιλαμβάνεται το αν ο ακροατής ενδιαφέρεται), αδυναμία για ‘’ψιλοκουβέντα’’, μιλάει μάλλον στους άλλους, παρά συζητάει μαζί τους, δυσκολία στο να δεχτεί κριτική από άλλους.
Η αναπηρία στις κοινωνικές δεξιότητες συνήθως βελτιώνεται με αργό ρυθμό με την πάροδο του χρόνου, μερικές φορές έλλειψη σεξουαλικότητας, αποκλίσεις στην προφορική επικοινωνία/ τη γλώσσα του σώματος τις εκφράσεις του προσώπου/ τη συμπεριφορά (μεταξύ άλλων μπορεί να δυσκολεύεται στις σωματικές επαφές/ αγγίγματα), αποκλίσεις αισθητηριακές/ ιδιοδεκτικότητας (ήχος, όσφρηση, φως, θερμοκρασία).
Συχνά καθηλώνονται σε μηχανική επανάληψη στερεότυπων προτύπων στις δραστηριότητες, κάτι το οποίο ορισμένες φορές είναι χρήσιμο σε νομοτελειακά επαγγέλματα (φυσικές επιστήμες, νομική επιστήμη) ή καθηλωμένα σε διαδικασίες ρουτίνας.
Ο βαθμός νοημοσύνης ποικίλλει από πολύ υψηλής νοημοσύνης μέχρι αναπτυξιακές διαταραχές.
Ωστόσο, όσο αφορά τη διάγνωση Asperger, στην οποία δεν παρατηρείται κάποια γενική αναπτυξιακή διαταραχή, συχνά υπάρχουν ιδιαίτερα ενδιαφέροντα (συλλέκτης, ικανότητα για μνημονικές δεξιότητες), μειωμένη ανοχή στην ψυχοκαταπόνηση (εύκολη κόπωση, ευερεθιστότητα).
Υπερεκπροσωπούνται η εγκληματικότητα και οι καταχρήσεις.
Υπάρχει σημαντική αλληλοεπικάλυψη ανάμεσα στην ADHD/ την ADD/ τη διαταραχή αυτιστικού φάσματος, τόσο στην παιδοψυχιατρική, όσο και την ψυχιατρική των ενηλίκων.
Τα περισσότερα άτομα με νευροψυχιατρική αναπηρία καλύπτουν επίσης και τα κριτήρια για άλλες ψυχιατρικές διαγνώσεις, όπως κατάθλιψη, αγχώδεις διαταραχές, διπολική διαταραχή, διαταραχές προσωπικότητας
(κυρίως αντικοινωνική και αντίστοιχα borderline/ μεταίχμιο μεταξύ νεύρωσης και ψύχωσης),
προβλήματα κατάχρησης
(παρόλα αυτά η διαταραχή του αυτιστικού φάσματος συχνά συμβαδίζει με διατήρηση απόστασης από το αλκοόλ και τα τσιγάρα).
Οι λειτουργικές διαταραχές εδραιώνονται στη διάρκεια της ζωής το ατόμου σε διαφορετικές παρά με διαφορετικές εκδηλώσεις.
Οι αποκλίσεις της προσωπικότητας μπορεί για το συγκεκριμένο άτομο να περιλαμβάνει ακόμη και θετικά στοιχεία από την άποψη ότι στο συγκεκριμένο άτομο ομολογουμένως λείπει κάτι, αλλά διαθέτει κάτι άλλο στη θέση εκείνου που λείπει.
Π.χ. από τη μία τα άτομα με αυτιστικά γνωρίσματα παρουσιάζουν μειωμένη ικανότητα αντίληψης του τι περιμένουν οι υπόλοιποι από αυτά, αλλά από την άλλη πλευρά χαρακτηρίζονται από ελαττωμένη τάση να ανησυχούν λόγω διαφορετικών προσδοκιών και επιπλέον από προϋποθέσεις για αυξημένη αίσθηση ελευθερίας.
Διαφορική διάγνωση
Η σημαντικότερη διαφορική διάγνωση της διαταραχής αυτιστικού φάσματος είναι από την κοινωνική φοβία (η διαταραχή αυτιστικού φάσματος ξεκινάει νωρίς και, όσο αφορά την κοινωνική δυσλειτουργία, γίνεται με την πάροδο του χρόνου λιγότερο έκδηλη).
Η κοινωνική φοβία ξεκινάει συχνότερα στην εφηβεία και, αν δεν αντιμετωπιστεί, με την πάροδο του χρόνου επιδεινώνεται.
Στη μεταιχμιακή (οριακή) διαταραχή συχνά διακρίνεται σημαντική αλληλοεπικάλυψη με τη διαταραχή αυτιστικού φάσματος.
(Η μεταιχμιακή διαταραχή δεν περιλαμβάνει δυσκολίες συγκέντρωσης ή υπερενεργητικότητα. Χαρακτηρίζεται από περισσότερο αυτοκαταστροφική συμπεριφορά, προβλήματα συναισθημάτων, διαταραχή της ταυτότητας, δεν ανέχεται την εγκατάλειψη.)
Τα αρνητικά συμπτώματα της σχιζοφρένειας μπορεί να παρουσιάζουν μεγάλες ομοιότητες με τον αυτισμό.
Αντικειμενική εξέταση
Είναι συνηθισμένη η ψυχιατρική συννοσηρότητα.
Συχνά ξεκινάει με προοδευτική εκδήλωση των συμπτωμάτων, όπως κατάθλιψη (συμπεριλαμβανομένης της αντίδρασης κόπωσης, που οφείλεται σε ψυχοκαταπόνηση, μετατραυματική ψυχοκαταπόνηση, διαταραχή της πρόσληψης τροφής), άγχος (ιδιαίτερα γενικευμένη ανησυχία, καταναγκαστικές διαταραχές), καταχρήσεις.
Ο ασθενής ’’δεν ταιριάζει στα συνηθισμένα πλαίσια’’, ο περίγυρος δεν τον/την κατανοεί, συχνές κοινωνικές διενέξεις, ανεπάρκεια στη λειτουργικότητα της εργασιακής ζωής.
Υποψιαστήτε νευροψυχιατρική αναπτυξιακή διαταραχή σε ασθενή, τον οποίο δυσκολεύεστε να κατανοήσετε πλήρως.
Διερεύνηση
Διαμέσου ψυχιάτρου/ ψυχιατρικού ιατρείου, συμπεριλαμβανομένης της λήψης ιστορικού από τους συγγενείς.
Συχνά στη διερεύνηση συμπεριλαμβάνεται ως τμήμα της εκτίμηση, από ψυχολόγο χωρίς, ωστόσο να αποτελεί απαραίτητο στοιχείο για τη διάγνωση.
Είναι όμως χρήσιμο για την απόκτηση μίας συνολικής εικόνας.
Ίσως υπάρχει ανάγκη για πρόγραμμα αποκατάστασης.
Κατά τον ίδιο τρόπο μπορεί και ο εργοθεραπευτής να χαρτογραφήσει την ανάγκη συμμετοχής σε πρόγραμμα αποκατάστασης, καθημερινή λειτουργικότητα/-ανεπάρκειά της.
Η διάγνωση μπαίνει κλινικά.
Τα διαθέσιμα εργαλεία συνέντευξης/-ερωτηματολόγια αποτελούν ένα μέρος του παζλ.
Δεν μπορούν από μόνα τους να βάλουν τη διάγνωση.