Νευροψυχιατρικές λειτουργικές διαταραχές σε παιδιά – Διαταραχές αυτιστικού φάσματος, Σύνδρομο Asperger

ICD-10 : F84 || DSM-IV: 299.80

Γενικά

Συμπεριλαμβάνει όλο το φάσμα από το σοβαρό τυπικό (αυτισμό των νηπίων) μέχρι τον υψηλού λειτουργικού επιπέδου αυτισμό/σύνδρομο Asperger.

Ακόμη και ’’ηπιότερες’’ περιπτώσεις με στοιχεία αυτισμού/ καταστάσεις, που μοιάζουν με αυτισμό, ανήκουν στο φάσμα.

 

Το κοινό χαρακτηριστικό για όλες τις περιπτώσεις είναι η ύπαρξη έκδηλης διαταραχής στην αποκαλούμενη αυτιστική τριάδα, δηλαδή δυσχέρειες στην

(1) κοινωνική συναναστροφή,

(2) στη λεκτική και μη-λεκτική επικοινωνία, καθώς και

(3) στην ιδιάζουσα αποκλίνουσα συμπεριφορά (βλέπε παρακάτω).

 

Η διαταραχή είναι έκδηλη και λειτουργική και φαίνεται ότι προκαλεί μία αναπηρική συμπεριφορά.

 

Κοινό χαρακτηριστικό είναι η έλλειψη ’’ενσυναίσθησης’’ (η δημιουργία κοινωνικών σχέσεων με άλλους, η ανταλλαγή εμπειριών και η αναζήτηση κοινωνικής συναναστροφής), καθώς και η ικανότητα ολιστικής θεώρησης και διάκρισης λογικής συνάφειας σε ό,τι συμβαίνει γύρω του. Επίσης υστερούν στις δραστηριότητες και τα ενδιαφέροντα του ελεύθερου χρόνου.

 

Έχει γίνει δυνατή η διαπίστωση δομικών αλλοιώσεων της λευκής ουσίας, στις συνδέσεις μεταξύ των λοβών ανάμεσα στα δύο εγκεφαλικά ημισφαίρια.

 

Ορισμός

Το επίπεδο νόησης ποικίλλει από τη σαφή αναπτυξιακή διαταραχή, που χαρακτηρίζει τον τυπικό αυτισμό μέχρι τη φυσιολογική και μέχρι την υψηλού επιπέδου πλην διαταραγμένη νόηση, που χαρακτηρίζει τον αυτισμό με υψηλή λειτουργική ικανότητα/το σύνδρομο Asperger.

Μεταξύ των τελευταίων προαναφερμένων διαγνωστικών τύπων δεν υπάρχουν σαφή όρια διάκρισης.

 

(1) Οι δυσχέρειες στην κοινωνική συναναστροφή συμπεριλαμβάνουν ολόκληρο το φάσμα, ξεκινώντας από ενδεχομένως πλήρη ανικανότητα επικοινωνίας, όπως συμβαίνει στο σοβαρό τυπικό αυτισμό, μέχρι μία σαφή απόκλιση της ικανότητας επικοινωνίας, που υστερεί από εκείνη που αναμένεται ως φυσιολογική για τη συγκεκριμένη την ηλικία του παιδιού, όσο αφορά τον αυτισμό με υψηλό επίπεδο λειτουργικότητας.

Η διαταραχή της επικοινωνίας δεν είναι απαραίτητα του τύπου της αποφευκτικής διαταραχής της προσωπικότητας.

Μπορεί να συμβαίνει το αντίθετο, δηλαδή η συμπεριφορά του να χαρακτηρίζεται από αδιακρισία.

 

(2) Οι δυσχέρειες επικοινωνίας μπορεί να συμπεριλαμβάνουν οτιδήποτε από πλήρη έλλειψη ικανότητας λόγου μέχρι τη χρήση λόγου, που αποκλίνει εκφραστικά από το φυσιολογικό (η ικανότητα να ακριβολογεί, η χρήση της επίσημης μορφής της γλώσσας, η μονότονη ομιλία) και επιπλέον εντυπωσιακές δυσκολίες, που σημαίνει δυσχέρεια κατανόησης της καθομιλουμένης, καθώς και ’’ερμηνείας’’ της γλώσσας του σώματος.

Δυσκολεύεται επίσης στην αντίληψη των αστείων και της ειρωνείας.

 

(3) Η ιδιάζουσα απόκλιση της συμπεριφοράς παρουσιάζεται συχνά με στερεοτυπίες (κάνει ταλαντώσεις και ιδιόμορφες κινήσεις με τα χέρια του σε συγκινησιακή ένταση), με δυσκολία κατανόησης πληροφοριών, δυσχέρεια στην κατανόηση του ουσιώδους και την αντίληψη του συνόλου, προσκόλληση σε μικρές λεπτομέρειες και χαμηλού ενδιαφέροντος πράγματα, που συχνά καταλαμβάνουν μεγάλο μέρος της προσωπικής του ζωής.

 

Είναι συνηθισμένη η προσκόλλησή τους σε θέματα φαγητού και σε αντικείμενα και η δυσκολία τους να αποδεχτούν τυχόν αλλαγές.

 

Συχνά δημιουργούν ρουτίνες, που πρέπει να τηρούνται και κατευθύνουν ολόκληρη την οικογένεια.

 

(4) Η αποκλίνουσα ιδιοδεκτικότητα αποτελεί συνηθισμένο χαρακτηριστικό, συχνά μεταξύ άλλων παρουσιάζουν ευαισθησία σε οσμές, γεύσεις και ήχους.

Δυσκολεύονται στη διανοητική οργάνωση και ολιστική θεώρηση.

 

Οι γνωσιακές δυσκολίες στα παιδιά με χαμηλό επίπεδο νόησης (IQ < 70 [-80]) συνεπάγονται πρωταρχικά:

 

1. Δυσχέρειες σκέψης, δυσκολία στην οργάνωση της σκέψης, στην κατανόηση αφηρημένων εννοιών και στο σχηματισμό εννοιών.

Δυσκολία στην αντίληψη του ουσιώδους και την ολιστική θεώρηση.

 

2. Ελλείψεις στην κατανόηση του λόγου, δυσκολία κατανόησης της ορθής σειράς των διάφορων μερών του λόγου, δυσχέρεια κατανόησης της σημασιολογίας και δυχέρεια κατανόησης της αναλογίας.

 

3. Μειωμένη λειτουργική ικανότητα της βραχείας μνήμης, δυσκολία στην κατανόηση και μνήμη ηχητικών εικόνων, που επηρεάζει αρνητικά την ικανότητα εκμάθησης της ανάγνωσης.

 

4. Διαταραχές της αντίληψης, ελαττωμένη ικανότητα να επιλέξει/ να αναλάβει/ να οργανώσει και να επεξεργαστεί τις αισθητικές εντυπώσεις, π.χ. τις οπτικές- και ακουστικές εντυπώσεις.

 

Κατά δεύτερο λόγο συνεπάγονται χαμηλή ικανότητα νόησης:

1. Δυσχέρειες μάθησης, η μάθηση απαιτεί χρόνο και ειδικές παιδαγωγικές τεχνικές, διαφορετικά υπάρχει ο κίνδυνος της αποτυχίας λόγω υπερβολικών απαιτήσεων.

 

2. Πτωχό επίπεδο αυτοεκτίμησης, είναι προσεκτικά, παθητικά και συγκρατημένα στις κοινωνικές συναναστροφές με τα άλλα άτομα.

 

3. Δυσκολεύονται στο να εκφράσουν τις ανάγκες και τα αισθήματά τους με τάση να γίνονται αδιάκριτα.

 

4. Υπάρχει αυξημένος κίνδυνος ανάπτυξης ψυχικών διαταραχών, υπάρχει δυσκολία στην επεξεργασία των αισθητικών εντυπώσεων, των πραγματικών συμβάντων και των αισθημάτων.

 

Διαφορική διάγνωση

Από την κοινωνική φοβία, τις καταναγκαστικές διαταραχές, τη ΔΕΠΥ, τη διπολική διαταραχή, την αγχώδη διαταραχή, από διάφορες διαταραχές προσωπικότητας.

Η σχιζοφρένεια με τα αρνητικά της συμπτώματα μπορεί να μοιάζει κλινικά με έντονη μορφή αυτισμού.

 

Υψηλή συνύπαρξη με άλλες νευροψυχιατρικές λειτουργικές διαταραχές, όπως ΔΕΠΥ, δυσλεξία, τικς/ σύνδρομο Tourette, διάφορες καταναγκαστικές διαταραχές, διπολική διαταραχή.

 

Θεραπεία

Αντιμετώπιση

Η διάγνωση του σοβαρού αυτισμού τυπικής μορφής γίνεται έγκαιρα στο παιδιατρικό τμήμα του Κέντρου Υγείας (στην ηλικία των 2-3 ετών).   Τα σημεία, που πρέπει να θεωρούνται ανησυχητικά, είναι η απουσία ψελλίσματος των ήχων, που βγάζει ένα μωρό, της χρήσης του δακτύλου, για να δείχνει, ή άλλων χειρονομιών από εκείνες που χρησιμοποιεί ένα μωρό στην ηλικία των 12 μηνών, η πλήρης έλλειψη της φώνησης λέξεων στην ηλικία των 16 μηνών, η απουσία δύο συνεχόμενων αυθόρμητων προτάσεων στην ηλικία των 2 ετών.   Όταν διαπιστώνονται τα παραπάνω, απαιτείται παραπομπή για διερεύνηση σε μονάδα αποκατάστασης παιδιών και νέων, παιδιατρική κλινική ή παιδοψυχιατρική κλινική. Ο γενικός-οικογενειακός γιατρός ή ο παιδίατρος πρέπει να συνεχίζει να παρακολουθεί το παιδί σε συνεργασία με την ομάδα αποκατάστασης.   Οι μορφές αυτισμού με υψηλή λειτουργική ικανότητα/ το σύνδρομο Asperger και οι ‘’πιο ήπιες’’ περιπτώσεις συχνότερα εκδηλώνονται αργότερα.   Είναι σημαντικό να γίνει η σωστή διάγνωση με στόχο την ειδική διαπαιδαγώγηση (παροχή βοήθειας, όσο αφορά τον προγραμματισμό και την οργάνωση, ικανότητα πρόβλεψης και σωστή οργάνωση της καθημερινής ζωής, γνήσια επικοινωνία, αποφυγή ψυχοκαταπόνησης).   Aν υπάρχουν συγκεκριμένα προβλήματα, μπορεί να γίνει παραπομπή με τις ίδιες αρχές, που ισχύουν για τη ΔΕΠΥ/ DAMP. Είναι σημαντική η ενημέρωση των γονέων σε ό,τι αφορά τον αυτισμό μέσα από π.χ. την κυβερνητικήοργάνωση για τον αυτισμό. Στον αυτισμό παρατηρείται υψηλό ποσοστό συννοσηρότητας (ΔΕΠΥ, σύνδρομο Tourette, ψυχικές αναπτυξιακές διαταραχές, επιληψία, κατάθλιψη, διαταραχές της λήψης τροφής, διαταραχές ύπνου, OSD [καταναγκαστική διαταραχή], ψυχωσικές εκρήξεις σε ψυχοκαταπόνηση, παρανοειδείς καταστάσεις κ.ά.).   Τα σκευάσματα SSRI στον αυτισμό δε δρουν, όπως σε αυτές τις κατάστασεις.   Μπορούν να χορηγηθούν σε σχετιζόμενες διαταραχές, για τις οποίες υπάρχει εγκεκριμένη ένδειξη χορήγησης. Το κυριότερο είναι ότι δεν υπάρχουν διαθέσιμα ειδικά φάρμακα για τη διαταραχή αυτιστικού φάσματος. Έχει διαπιστωθεί ότι στο 20% περίπου των ατόμων από το σύνολο όλων εκείνων στα οποία είχε μπει η διάγνωση σύνδρομο Asperger κατά την παιδική τους ηλικία, δεν καλύπτονται τα κριτήρια της διάγνωσης, όταν ενηλικιώνονται.  

Ατομική φροντίδα

Ο περίγυρος του παιδιού, που έχει προσβληθεί, μπορεί να βοηθήσει με το σχεδιασμό και την οργάνωση. Προβλέψτε και δημιουργήστε τις υποδομές, που χρειάζονται. Να ακριβολογήτε στις εκφράσεις σας.   Όταν υπάρχει δυνατότητα επιλογής, να προτείνετε δύο εναλλακτικές λύσεις. Μην υποτιμάτε το γεγονός και θυμηθήτε ότι το άτομο, που πάσχει, παρουσιάζει δυσχέρεια στο να κατανοεί. Συνειδητοποιήστε τις δυσκολίες με ζωντανό ενδιαφέρον. Να είστε προσεκτικοί, όσο αφορά το άγχος. Φροντίστε, ώστε το παιδί να συναναστρέφεται με ολιγάριθμες ομάδες παιδιών και τα σχολικά τμήματα να είναι ολιγάριθμα. Να υπάρχει υποστήριξη από ειδικούς παιδαγωγούς ή ειδικά εκπαιδευμένους δασκάλους.