Ορισμός
Λειτουργική διαταραχή (επομένως όχι ασθένεια) με ανεπαρκή ικανότητα διευθέτησης της προσοχής/ της συγκέντρωσης του επιπέδου δραστηριότητας και παρορμητικότητας ανάλογα με τις απαιτήσεις, που προκύπτουν από την κατάσταση, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία του παιδιού.
Αιτιολογία
Υψηλός δείκτης κληρονομικότητας.
Κατά κανόνα αδιευκρίνιστης αιτιολογίας.
Μπορεί να συνυπάρχουν ως αίτια προγεννητικές και περιγεννητικές επιπλοκές, καταχρήσεις κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Έρευνες έχουν δείξει ότι υπάρχει σχέση μεταξύ ΔΕΠΥ και καπνίσματος κατά τη διάρκεια της κύησης, της έκθεσης σε παθητικό κάπνισμα κατά τη διάρκεια της μικρής παιδικής ηλικίας, καθώς και της έκθεσης σε μόλυβδο κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας.
Συμπτώματα
Συνδυασμός διάφορων ειδών διαταραχών της προσοχής, πτωχής ικανότητας προγραμματισμού-/οργάνωσης εργασιών, υπερκινητικότητας και παρορμητικότητας.
Η διαβάθμιση της ΔΕΠΥ (Διαταραχή ελλειμματικής προσοχής-υπερκινητικότητας) γίνεται σύμφωνα με τα παρακάτω, ανάλογα με το βαθμό διαταραχής της προσοχής/ της υπερκινητικότητας:
Αν λείπει η υπερκινητικότητα, η κατάσταση χαρακτηρίζεται ως ΔΕΠ (Διαταραχή ελλειμματικής προσοχής | ADD/ Attention Deficit Disorder).
Αν υπάρχουν έκδηλες κινητικές διαταραχές (που αφορούν τις αδρές και/ή τις λεπτές κινήσεις), χαρακτηρίζεται ως ΑΔΣΚ (Αναπτυξιακή διαταραχή συντονισμού των κινήσεων | DCD/ Developmental Coordination Disorder).
Οι όροι ΔΕΠΥ + ΑΔΣΚ (κινητική δυσπραξία) αντιστοιχούν στην προηγούμενη ονομασία:
Μειωμένη ικανότητα προσοχής, ελέγχου των κινήσεων και της αντίληψης (DAMP).
Αποτελεί προϋπόθεση για τη διαταραχή να είναι καθολική, δηλαδή να εμφανίζεται σε πολλά διαφορετικά περιβάλλοντα, π.χ. και στο σπίτι και στο σχολείο.
Επίσης αποτελεί προϋπόθεση η έναρξη της διαταραχής πριν από την ηλικία των 7 ετών, η ύπαρξή της για χρονικό διάστημα τουλάχιστον ενός εξαμήνου και το να συνεπάγεται σημαντική λειτουργική δυσχέρεια στην καθημερινή ζωή του παιδιού.
Τα κορίτσια παρουσιάζουν κυρίως διαταραχές στο σχολικό περιβάλλον, συνήθως είναι υποκινητικά (εδώ υπάρχει ο κίνδυνος να μη γίνει αντιληπτή η διαταραχή) και μπορεί τα υπόλοιπα παιδιά να τις απωθούν από τις παρέες τους.
Παρουσιάζουν περισσότερο άγχος και κατάθλιψη από ό,τι τα αγόρια, ‘’εσωτερικό χάος’’, συχνά σοβαρά προβλήματα ύπνου, ευάλωτα σε άλλες ψυχιατρικές καταστάσεις, π.χ. σε κατάθλιψη.
Τα αγόρια χαρακτηρίζονται κυρίως από το ότι είναι ’’θορυβώδη’’.
Παιδιά με έκδηλη επιθετικότητα στην προσχολική ηλικία φαίνεται να παρουσιάζουν προγνωστικά κακή εξέλιξη, όσο αφορά κυρίως την εγκληματικότητα και τις καταχρήσεις.
Το να έχει κάποιο άτομο ΔΕΠΥ, είναι, σαν να ζει σε ένα πιο έντονο κόσμο.
Η αντίληψη των αισθήσεων γίνεται πιο ισχυρή.
Σε ΔΕΠΥ παρουσιάζεται υψηλός βαθμός συννοσηρότητας με καταστάσεις, όπως κατάθλιψη, άγχος, καταναγκαστικές σκέψεις/-πράξεις, κινητικές δυσκολίες, διαταραχές μάθησης, έκπτωση των γνωσιακών λειτουργιών, τικς, διαταραχές αυτιστικού φάσματος, σύνδρομο κόπωσης και διαταραχή της συμπεριφοράς.
Στη ΔΕΠΥ, στην οποία κυριαρχεί η διαταραχή της προσοχής, πρέπει (σύμφωνα με το DSM-IV) να εκδηλώνονται τουλάχιστον έξι από τα παρκάτω συμπτώματα:
Συχνή επικέντρωση της προσοχής σε λεπτομέρειες (που συνήθως έχει ως αποτέλεσμα λάθη από απροσεξία), συχνά δυσκολεύεται να διατηρήσει την προσοχή, συχνά δίνει την εντύπωση ότι αδυνατεί να παρακολουθήσει τον άμεσο λόγο, συχνά δεν ακολουθεί τις οδηγίες, που έχουν δοθεί (κάτι το οποίο δε σχετίζεται με πείσμα!), δυσκολεύεται να κάνει σχέδια για το μέλλον και να προγραμματίσει, αντιπαθεί/αποφεύγει δραστηριότητες, που απαιτούν έντονη νοητική προσπάθεια (ασκήσεις για το σπίτι, σχολικές εργασίες, ανάγνωση βιβλίων), συχνά χάνει αντικείμενα, που χρειάζονται σε διάφορες δραστηριότητες (σχολικά βιβλία, εξοπλισμό για το σχολείο), εύκολα αποσπάται η προσοχή του, είναι συχνά αφηρημένο στην καθημερινή ζωή.
Η ΔΕΠΥ, που χαρακτηρίζεται κυρίως από υπερκινητικότητα/ αυθορμητισμό (σύμφωνα με την κλίμακα DSM-IV), παρουσιάζει τουλάχιστον έξι από τα παρακάτω συμπτώματα:
Δυσκολεύεται να διατηρήσει ακίνητα τα χέρια ή τα πόδια, συχνά εγκαταλείπει τη θέση του, π.χ. στην αίθουσα των μαθημάτων, συχνά τρέχει τριγύρω ή κάνει αναρρίχηση/σκαρφαλώνει περισσότερο, από όσο θεωρείται κατάλληλο, δυσκολεύεται να παίξει ήσυχα και με ηρεμία, δίνει συχνά την εντύπωση ότι ’’βρίσκεται διαρκώς σε κίνηση’’, μιλάει πάντα υπερβολικά περισσότερο, από όσο χρειάζεται, συνήθως απαντάει, πριν να τελειώσει η ερώτηση του ατόμου, που ρωτάει, δυσανασχετεί να περιμένει τη σειρά του, διακόπτει τη συνομιλία ή εισβάλλει σε ξένο χώρο (π.χ. εισβάλλει στο παιχνίδι άλλων παιδιών).
Η ΔΕΠΥ συνδυαστικού τύπου καλύπτει τα κριτήρια και των δύο προαναφερμένων κατηγοριών. Η ήπια ή η μέτρια ΔΕΠΥ μπορεί να ’’υποχωρήσει’’ ή να παρουσιάζει τόσο ήπια συμπτώματα στην ενήλικη ζωή, ώστε τελικά να μην επηρεάζεται η ποιότητα ζωής.
Διαφορική διάγνωση
Ανεπαρκές (για το σχολείο) επίπεδο ωρίμανσης (οι περισσότερες διαγνώσεις-ΔΕΠΥ αφορούν παιδιά, που έχουν γεννηθεί στις αρχές του έτους!). Οι προϋποθέσεις για θεωρητική μόρφωση στα συγκεκριμένα άτομα είναι χειρότερες από ό,τι για πρακτική. Αν τα συμπτώματα ταιριάζουν περισσότερο με άλλη ψυχική διαταραχή (π.χ. αυτισμό ή αναπτυξιακή διαταραχή), θα πρέπει να μπαίνει εκείνη ως κύρια διάγνωση: Αγχώδης διαταραχή, σύνδρομο Tourette (βλέπε παρακάτω στα ’’τικ’’). Ο υπο- και ο υπερθυρεοειδισμός στη σχολική ηλικία εκδηλώνονται με κλινική εικόνα, που χαρακτηρίζεται από κόπωση/ παθητικότητα και αντίστοιχα (για τον υπέρ-) με υπερκινητικότητα/ ’’θορυβώδη συμπεριφορά’’. Υπάρχει συννοσηρότητα με διαταραχές λήψης τροφής/ βουλιμία.
Διερεύνηση
Στις σοβαρές περιπτώσεις απαιτείται οπωσδήποτε μία διάγνωση.
Η διάγνωση είναι κλινική, παραπομπή σε σχολικό γιατρό/ σχολικό ψυχολόγο/ ειδικό παιδαγωγό.
Στις σοβαρές περιπτώσεις ή εκείνες οι οποίες δεν ανταποκρίνονται στα μέτρα, που έχουν ληφθεί, γίνεται παραπομπή σε νευροψυχιατρική μονάδα:
Νευροψυχιατρική ομάδα, μονάδα αποκατάστασης παιδιών και νέων ή παιδοψυχιατρική κλινική.
Υπάρχουν πολλές συνεντεύξεις-/ ερωτηματολόγια αξιολόγησης για άτομα, στα οποία έχει μπει η διάγνωση, αλλά προς το παρόν δεν έχει γίνει επιστημονική αξιολόγηση για την ειδικότητά τους και την ευαισθησία τους.
Ιστορικό (κληρονομικότητα, κατάσταση κατά την κύηση, περιγεννητικές συνθήκες, ασθένειες κατά την ανάπτυξη, ψυχοκινητική ανάπτυξη, οικογενειακή κατάσταση κτλ).
Κινητικότητα-/ νευρολογική αντικειμενική εξέταση, καρδιολογική φυσική εξέταση, μήκος, βάρος, όραση και ακοή (έλεγχος από τις ήδη υπάρχουσες εξετάσεις, που έχουν γίνει στα παιδιατρικά και σχολικά ιατρεία), ενδεχομένως ΗΕΓ σε επεισόδια αφηρημάδας κ.ά., ενδεχομένως ΜΤ σε υποψία ασθένειας του ΚΝΣ ή τραυματισμό του εγκεφάλου.