Νομοθεσία για περίθαλψη χρηστών σε συγκεκριμένες περιπτώσεις

Σύμφωνα με την ιατρική νομοθεσία της Σουηδίας.

 

Μπορεί να προκύψει διαγνωστικό ερώτημα για τη συγκεκριμένη μορφή περίθαλψης για όλους, όσοι προβαίνουν σε κατάχρηση αλκοόλ, ναρκωτικών ή εισπνεόμενων ουσιών.

Κάτι τέτοιο ισχύει.

Αν όμως εκείνος/εκείνη εκθέτει τη σωματική ή φυσική του/της υγεία σε επικίνδυνη βλάβη, κινδυνεύει να καταστρέψει τη δική του/της ζωή ή τη ζωή των άλλων (περιλαμβάνει ακόμη και ψυχική βλάβη της οικογένειας).

 

Το διοικητικό δικαστήριο του νομού είναι αρμόδιο να κρίνει την υποχρεωτική περίθαλψη μετά από αίτηση της υπηρεσίας κοινωνικής πρόνοιας.

 

 

Η υπηρεσία κοινωνικής πρόνοιας έχει το δικαίωμα να ζητήσει τη συνδρομή της αστυνομίας, ώστε να υποχρεώσει τον ασθενή να περάσει από την ιατρική εξέταση, η οποία έχει αποφασιστεί.

 

Ο γιατρός φέρει την υποχρέωση της προώθησης της αίτησης στην υπηρεσία κοινωνικής πρόνοιας, αν εκείνος/εκείνη συναντήσει κατά την εργασία του κάποιον, ο οποίος μπορεί να χρειάζεται περίθαλψη σύμφωνα με τη συγκεκριμένη νομοθεσία και είναι εκείνος/εκείνη, που κρίνει ότι υπάρχειι άμεσος κίνδυνος για τον ασθενή ή κάποιο κοντινό του πρόσωπο, καθώς και για το ότι  είναι αδύνατο να προσφερθεί ικανοποιητική περίθαλψη ή θεραπεία στα πλαίσια της εκούσιας ιατρικής περίθαλψης.

 

 

Διαμέσου της συγκεκριμένης νομοθεσίας (για περίθαλψη χρηστών σε συγκεκριμένες περιπτώσεις) μπορεί σε ένα άτομο, που είναι καταβλημένο, ιδιαίτερα όταν παρουσιάζει ψυχωσικά συμπτώματα, να γίνει υποχρεωτικά εισαγωγή και παραμονή σε ψυχιατρική κλινική μετά από απόφαση, την οποία λαμβάνει ο προϊστάμενος γιατρός.

 

Αυτό εφαρμόζεται στη διάρκεια της αναμονής της αποδρομής των ψυχωσικών συμπτωμάτων, ώστε να διακοπεί η περίθαλψη σύμφωνα με τον παραπάνω νόμο.

 

Ο διευθυντής της υπηρεσίας κοινωνικής πρόνοιας κρίνει τότε και είναι αρμόδιος να αποφασίσει επειγόντως.

 

Πριν από αυτό διενεργείται ιατρική γνωμάτευση σύμφωνα με τη νομοθεσία της κοινωνικής υπηρεσίας από γιατρό με άδεια άσκησης επαγγέλματος.

 

Η απόφαση σύμφωνα με τη συγκεκριμένη (LVM) νομοθεσία υποβάλλεται στην κρίση του διοικητικού δικαστηρίου.