Σύντομη περίληψη της παραγράφου της θεραπείας:
* Φαρμακευτική θεραπεία εξετάζεται κατά πρώτο λόγο μετά από οστεοπορωτικό κάταγμα και/ή ταυτόχρονη χαμηλή οστική μάζα (< – 2,5 SD).
DXA συστήνεται σε όλα τα άτομα, τα οποία σύμφωνα με την κλίμακα αξιολόγησης FRAX, www.shef.ac.uk/FRAX/ εκτιμάται ότι παρουσιάζουν κίνδυνο κατάγματος > 15%.
* Πρωταρχικά χορήγηση διφωσφονικών (π.χ. δισκίο αλενδρονικού οξέος εβδομαδιαία). Σε δυσανεξία στα δισκία γίνεται έγχυση ζολενδρονικού οξέος 1 φορά το χρόνο.
Σε δυσανεξία στα διφωσφονικά γίνεται ένεση δενοσουμάμπης υποδορίως 2 φορές/έτος.
* Ασβέστιο και βιταμίνη-D χορηγούνται παράλληλα με τη θεραπεία κατά της οστεοπόρωσης.
* Η βάση της θεραπείας είναι η διακοπή του καπνίσματος, η σωματική άσκηση, η παραμονή σε εξωτερικούς χώρους (με έκθεση στον ήλιο). Αν χρειαστεί, προστασία κατά των πτώσεων, στην οποία συμπεριλαμβάνεται προφύλαξη των ισχίων.
Ορισμός
Χαμηλή οστική μάζα. Μία συστημική νόσος του οστίτη ιστού, που χαρακτηρίζεται από μειωμένη δύναμη εξαιτίας της μειωμένης οστικής πυκνότητας και/ή της μεταβολής της ποιότητας των οστών. Αποτελεί παράγοντα κινδύνου για κατάγματα οστών.
Μέτρηση οστικής πυκνότητας: Μέτρηση – DXA στο ισχίο και τη σπονδυλική στήλη.
Υψηλότερη τιμή από – 1 SD = Φυσιολογική.
Μεταξύ – 1 SD και – 2,5 SD = Χαμηλή οστική μάζα (οστεοπενία).
Κάτω από – 2,5 SD = Οστεοπόρωση.
Κάτω από -2,5 SD + κάταγμα ευθραστότητας = Έκδηλη (εγκαστεστημένη) οστεοπόρωση.
SD = Σταθερές αποκλίσεις της οστικής μάζας σε νέες υγιείς γυναίκες κατά τη μέτρηση με DXA.
Χρησιμοποιείται κυρίως σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες και άντρες > 50 ετών.
Σε νεότερα άτομα απουσιάζουν τα σαφή όρια για τη διάγνωση της οστεοπόρωσης.
Η DXA ή οι υπερηχογραφικές εξετάσεις της πηχεοκαρπικής, της φτέρνας ή των δαχτύλων των χεριών ή ο ακτινολογικός έλεγχος, που γίνεται σε οδοντίατρο, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν, για να τεθεί η διάγνωση της οστεοπόρωσης.
Πρωτοπαθής οστεοπόρωση:
Η ‘‘συνηθισμένη’‘ οστεοπόρωση κυρίως σε γυναίκες, στις οποίες δεν υπάρχει καμία υποκείμενη νόσος/φαρμακευτική θεραπευτική αγωγή.
Δευτεροπαθής οστεοπόρωση:
Προκαλείται από υποκείμενη νόσο ή από φαρμακευτική αγωγή.
Αιτιολογία
Παράγοντες κινδύνου οστεοπόρωσης και/ή καταγμάτων ευθραστότητας:
Οι πιο ισχυροί παράγοντες κινδύνου είναι προηγούμενα κατάγματα χαμηλής ενέργειας, συστημική θεραπεία με κορτιζόνη > 3 μηνών.
Γενικά τάση για πτώσεις, οστική μάζα < -2,5 SD, μεγάλη ηλικία, κάταγμα ισχίου ή σπονδύλων σε γονείς.
* Παράγοντες, που μπορούν να αποφευχτούν:
Φυσική αδράνεια/ ακινησία (προκαλούν μεταξύ άλλων χειρότερη ισορροπία διαμέσου επιδείνωσης της ιδιοδεκτικότητας και μυϊκής ατροφίας), κάπνισμα, μακροχρόνιο αδυνάτισμα και αντίστοιχα χαμηλό βάρος/ ΔΜΣ < 20, ανεπαρκής πρόσληψη ασβεστίου (700 mg την ημέρα, περίπου 3 ποτήρια γάλα είναι αρκετά, για να αποφευχτεί η μείωση της οστικής μάζας.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερο όφελος με περισσότερο ασβέστιο), ανεπάρκεια-βιταμίνης D, γνωστή οστεοπόρωση (αποτελεί τον καλύτερο προγνωστικό παράγοντα για κάταγμα), τάση για πτώσεις (αναιμία, ορθοστατική υπόταση, ακανόνιστος καρδιακός ρυθμός, πηγές εμβόλων, ζάλη, μείωση όρασης ή αισθητικότητας, συγχυτικά επεισόδια, επιληψία, ασταθή υποδήματα, τάπητες, που γλιστρούν, ολισθηρό δάπεδο, ανεπαρκής φωτισμός μέσα και έξω κ.ά.), κάπνισμα καπνού (αποτελεί ξεκάθαρο παράγοντα κινδύνου για κάταγμα), υψηλή κατάναλωση αλκοόλ, χαμηλή έκθεση στον ήλιο, μειωμένη όραση, έλλειψη τεστοστερόνης σε άντρες.
Ορισμένα νοσήματα (υπερπαραθυρεοειδισμός, ΧΑΠ, νόσος Cushing, νόσος Parkinson, κατάσταση μετά από ΑΕΕ, μυέλωμα, υπογοναδισμός σε άντρες, διαβήτης, νεφρική ανεπάρκεια, υπερθυρεοειδισμός, ΡΑ και άλλα ρευματικά νοσήματα, φλεγμονώδης νόσος εντέρου [κυρίως νόσος Crohn], δυσαπορρόφηση [π.χ. μετά από επέμβαση Billroth, κοιλιοκάκη], μακροχρόνια αμηνόρροια σε γυναίκες γόνιμης ηλικίας, κακοήθη νοσήματα.
Φαρμακευτική θεραπεία (θεραπευτική χορήγηση κορτιζόνης από το στόμα, ηρεμιστικά [προσοχή μεταξύ άλλων στη διαζεπάμη, η οποία έχει μακρό χρόνο ημίσειας ζωής με κίνδυνο συσσώρευσης], νευροληπτικά, ορισμένα αντιεπιληπτικά, πιογλιταζόνη [= Actos], θεραπεία με ηπαρίνη μακράς διάρκειας, φάρμακα, που μειώνουν τα επίπεδα των φυλετικών ορμονών [αναστολείς της αρωματάσης σε καρκίνο μαστού και θεραπεία με GnRH σε καρκίνο προστάτη], ανοσοκατασταλτικά φάρμακα.
Υπάρχει η υποψία ότι τα σκευάσματα SSRI αυξάνουν τον κίνδυνο της οστεοπόρωσης).
* Παράγοντες, που είναι αναπόφευκτοι:
Κληρονομικότητα, υψηλή ηλικία (στην ηλικία των 50 ετών αρκετά άτομα πάσχουν από κάποιο βαθμό οστεοπόρωσης, η οποία αυξάνεται σε πάνω από 30% στην ηλικία των 70 ετών.
Τα περισσότερα κατάγματα του ισχίου αφορούν άτομα πάνω από την ηλικία των 80 ετών), γυναικείο φύλο, πρώιμη εμμηνόπαυση (πριν από την ηλικία των 45 ετών), εθνικότητα (οι Ασιάτισσες διατρέχουν > κίνδυνο από ό,τι οι Ευρωπαίες και αυτές > από τις έγχρωμες).
Δεν έχει βρεθεί καμία συσχέτιση μεταξύ της πρόσληψης γάλατος και του κινδύνου για κατάγματα σε υγιή άτομα μέχρι την ηλικία των 80-ετών.
Μετά από αυτή υπάρχει μία ασθενής συσχέτιση.
Συμπτώματα
Συχνά χωρίς κανένα σύμπτωμα.
Μερικές φορές μακροχρόνια ραχιαλγία, η οποία οφείλεται σε οξεία συμπίεση σπονδύλου ή είναι επακόλουθο προηγούμενης παρόμοιας βλάβης (υποδιαγιγνώσκεται).
Η μείωση του ύψους σημαίνει συνήθως συμπίεση σπονδύλων εξαιτίας μείωσης της οστικής μάζας.
Κατάγματα (χαμηλής ενέργειας ή κατάγματα ευθραυστότητας).
‘‘Η ακολουθία των καταγμάτων’‘ της οστεοπόρωσης:
Κάταγμα κερκίδας – κάταγμα σπονδύλου – κάταγμα ισχίου, το οποίο αυξάνεται με την ηλικία και είναι το πιο σοβαρό.
Αντικειμενική εξέταση
Άτομα με μείωση του αναστήματος, αύξηση της θωρακικής κύφωσης, μικρή απόσταση μεταξύ του πλευρικού τόξου και της λαγόνιας ακρολοφίας, μειωμένη κινητική ικανότητα.
Υπογοναδισμός σε άντρες;
Διερεύνηση
Ιστορικό:
Ιστορικό ή κληρονομικότητα σε κατάγματα χαμηλής ενέργειας;
Μείωση αναστήματος; ( > 3 cm πριν από τα 70 έτη, > 5 cm μετά από τα 70 έτη είναι παθολογική).
Πρώιμη εμμηνόπαυση;
Φάρμακα, που προδιαθέτουν σε κατάγματα; Κίνηση; Κάπνισμα;
Νοσήματα, που προδιαθέτουν σε κατάγματα;
Μέθοδος υπολογισμού FRAX, που να βασίζεται στο διαδίκτυο www.shef.ac.ukl/FRAX/, η οποία προσφέρει οδηγίες για το ποιοι ασθενείς χρειάζονται επιπλέον εξέταση με μέτρηση-DXA (≥ 15%).
Στη FRAX συμπεριλαμβάνονται ύψος, βάρος, ηλικία, φύλο, προηγούμενα κατάγματα, κληρονομικότητα, κάπνισμα, αλκοόλ, θεραπεία με κορτιζόνη (όχι όμως δόση) και νοσήματα, τα οποία σχετίζονται με 2παθή οστεοπόρωση.
Αποτελεί εργαλείο διερεύνησης και όχι παρακολούθησης.
Μέτρηση της οστικής μάζας:
Εξετάστε εκείνα τα άτομα, που έχουν υποστεί κάταγμα χαμηλής ενέργειας ή παρουσιάζουν υψηλό κίνδυνο κατάγματος (FRAX ≥ 15%).
Η καλύτερη μέτρηση επιτυγχάνεται με DXA ισχίου και ΟΜΣΣ (Dual X-ray Absorptiometry), στην οποία ως υλικό αναφοράς χρησιμοποιούνται μετρήσεις από νέους υγιείς ενήλικες, ανάλογα με το φύλο του ίδιου πληθυσμού.
Δε συστήνεται προσυμπτωματικός έλεγχος σε ηλικίες κάτω των 65 ετών.
Ακτινογραφικός έλεγχος:
ΘΜΣΣ, ΟΜΣΣ, κάταγμα σπονδύλου;
(Η α/α δεν αποτελεί αξιόπιστη μέθοδο για την εκτίμηση της οστικής μάζας).
Ίσως χρειαστεί MRI σε υποψία κατάγματος σπονδύλου.
Εργαστηριακός έλεγχος:
Ύψος, βάρος, Hb, ΤΚΕ (αποκλείστε το μυέλωμα), λευκοκύτταρα, ιονισμένο Ca-ορ. (αποκλείστε τον υπερπαραθυρεοειδισμό), αλκαλική φωσφατάση-ορ, κρεατινίνη-ορ, γλυκόζη-πλ, φώσφορος-ορ, TSH-ορ, T4-ορ, τεστοστερόνη-ορ (για άντρες, όταν υπάρχει υποψία υπογοναδισμού). PSA, CDT-ορ. ή μέτρηση άλλου δείκτη αλκοόλ σε υποψία, βιταμίνη-D (25-ΟΗ-βιταμίνη D-ορ), PTH-ορ, κορτιζόλη-ορ. (πρωινή μέτρηση), αντισώματα τρανσγλουταμινάσης (σε υποψία κοιλιοκάκης).
Γενικά φαίνεται ότι η δευτεροπαθής οστεοπόρωση εκδηλώνεται περισσότερο σε άντρες.
Βιοψία οστών:
Σε εγκατεστημένη οστεοπόρωση σε άντρες < 50 ετών, όταν δεν έχει βρεθεί άλλη αιτία, ή στους οποίους γενικά υπάρχει λόγος για υποψία οστεομαλάκυνσης.