Παραρρινοκολπίτιδα, Ρινοκολπίτιδα, Ιγμορίτιδα

ICD-10 : Οξεία παραρρινοκολπίτιδα: J01 | Χρόνια παραρρινοκολπίτιδα: J32

 

Σύντομη περίληψη:

* Συνηθέστερα ιογενής. Υψηλή συχνότητα αυτόματης ίασης.
* Σε μέτρια συμπτώματα συμπτωματική θεραπεία με ενδορινικά στεροειδή.
* Σε σοβαρά συμπτώματα (υψηλός πυρετός, έντονα μονόπλευρα συμπτώματα κ.ά.) θεραπευτική αντιμετώπιση με αντιβιοτικά για 7-10 ημέρες + ενδορρινικό στεροειδές.
Ίσως παρακεταμόλη.

 

Ορισμός

Φλεγμονή ενός ή περισσότερων παραρρινικών κόλπων ανεξάρτητα από την αιτία. Η ’’ιγμορίτιδα’’ στην πράξη συχνότερα είναι ρινοκολπίτιδα, επειδή σε προσβολή των άνω αεροφόρων οδών προσβάλλονται οι βλεννογόνοι των παραρρινικών κόλπων συγχρόνως με τους βλεννογόνους της μύτης και όχι μεμονωμένα, όπως έχει διαπιστωθεί σε αξονικές τομογραφίες.
Εξαίρεση αποτελεί η οδοντογενής παραρρινοκολπίτιδα και αντίστοιχα ο όγκος των παραρρινικών κόλπων.
Πανκολπίτιδα: Προσβάλλονται όλοι οι παραρρινικοί κόλποι.
Οξεία παραρρινοκολπίτιδα: Ενοχλήσεις < 3 μήνες με πλήρη υποχώρηση των συμπτωμάτων.
Χρόνια παραρρινοκολπίτιδα: Ενοχλήσεις > 3 μήνες με επιμονή των συμπτωμάτων.

 

Αιτιολογία

Κάθε κρυολόγημα προκαλεί ρινοκολπίτιδα ποικίλου βαθμού, η λοίμωξη συχνά ξεκινά από τη μύτη.
Συχνότερη είναι η ιογενής αιτιολογία.
Γενικά πρόκειται για βακτηρίδια (με τους πνευμονιόκοκκους και τον αιμόφιλο της γρίπης να αποτελούν τις πιο συνηθισμένες αιτίες βακτηριδιακών λοιμώξεων, ενώ ακολουθούν η Moraxella Catarrhalis/Branhamella και τα αναερόβια).
Υπεραντιδραστικότητα, πολύποδες, ερεθιστικοί παράγοντες βλεννογόνων, αλλεργιογόνα, φάρμακα (αποκλειστές α-1-υποδοχέων, όπως τεραζοσίνη, δοξαζοσίνη, ακετυλοσαλικυλικό οξύ, ΜΣΑΦ [κίνδυνος υπάρχει ακόμη και με σκευάσματα-COX 1], βήτα-αποκλειστές, αναστολείς-ΜΕΑ κ.ά.).
Σε παιδιά ακόμη και ξένα σώματα μπορεί να συμπεριλαμβάνονται  στις αιτίες.
Οδοντικές λοιμώξεις.

 

Συμπτώματα

Αίσθημα βάρους στο πρόσωπο, άλγος κατά το σκύψιμο μπροστά, ευαισθησία στην επίκρουση, ρινική έκκριση, μερικές φορές ευαισθησία δοντιών, μειωμένη ικανότητα όσφρησης. Μπορούν επίσης να εκδηλωθούν ακόμη και πιο γενικά συμπτώματα, όπως πυρετός, αίσθημα κακουχίας και κόπωσης.
Ωστόσο δεν έχει αποδειχτεί ότι αυτά τα συμπτώματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως κλινικά κριτήρια για τη διάγνωση μιας βακτηριδιακής παραρρινοκολπίτιδας (βλέπε παρακάτω στην παράγραφο: Διερεύνηση).
Μερικές φορές συμπτώματα άσθματος.
Η διάρκεια μιας παραρρινοκολπίτιδας είναι περίπου 2½ εβδομάδες.

Οξεία ηθμοειδίτιδα (επικίνδυνη κατάσταση):
Ερυθρότητα, οίδημα, ευαισθησία στη ρίζα της μύτης και τους έσω κανθούς.
Συχνά προηγείται λοίμωξη των άνω αεροφόρων οδών.
Υψηλός πυρετός, επίδραση στη γενική κατάσταση. Χωρίς κατάλληλη θεραπεία μπορεί να προκαλέσει απόστημα οφθαλμικού κόγχου ή θρόμβωση σηραγγώδους κόλπου.
Στα παιδιά δεν έχουν αναπτυχθεί πλήρως οι παραρρινικοί κόλποι και φυσιολογικά προσβάλλονται από λοιμώξεις αποκλειστικά οι ηθμοειδείς κυψέλες και οι γναθιαίοι κόλποι. Οι γναθιαίοι κόλποι σπάνια προσβάλλονται πριν από την ηλικία των 7-8 ετών.

Αντικειμενική Εξέταση

Διάγνωση

(Σύμφωνα με τις οδηγίες της Ελληνικής Εταιρείας Λοιμώξεων, ΚΕΕΛΠΝΟ, Έκδοση 2015.)

Στους ενήλικες:
Παρακάτω αναφέρονται τα χαρακτηριστικά μίας οξείας ρινοκολπίτιδας, στην οποία μπορείτε να εξετάσετε το ενδεχόμενο χορήγησης αντιοβιοτικών:
* Συμπτώματα, που διαρκούν τουλάχιστον 10 ημέρες χωρίς βελτίωση.
* Οξεία έναρξη νόσησης με πυρετό ≥ 39ο C, πυώδεις ρινικές εκκρίσεις ή πόνο στο πρόσωπο διάρκειας τουλάχιστον 3-4 ημερών από την έναρξη των συμπτωμάτων.
* Επιδείνωση συμπτωμάτων μετά από την ύφεση των συμπτωμάτων μίας τυπικής ιογενούς λοίμωξης του ανώτερου αναπνευστικού διάρκειας 5-6 ημερών, η οποία προηγήθηκε και συγχρόνως έναρξη ή επανεμφάνιση πυρετού, πονοκεφάλου και αύξησης της ποσότητας των ρινικών εκκρίσεων.

Στα παιδιά:
* Συμπτώματα, που διαρκούν > 10-14 ημέρες: Ρινική συμφόρηση, ρινόρροια ή βήχας χωρίς βελτίωση.
* Σοβαρά συμπτώματα: Βλεννοπυώδης ρινική έκκριση και πυρετός > 38,5ο C διάρκειας 3-4 ημερών.
* Συμπτώματα, που επιδεινώνονται: Υποτροπή συμπτωμάτων μετά από την αρχική υποχώρηση, επανεμφάνιση πυρετού, αύξηση ρινόρροιας και βήχα.

ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:
Συνήθως τα παιδιά προσβάλλονται 6-8 φορές το χρόνο από λοίμωξη των άνω αεροφόρων οδών.

Συστήνεται [3] άμεση παραπομπή σε νοσοκομείο, όταν υπάρχουν:
* Περιοφθαλμικό οίδημα ή ερυθρότητα βλεφάρων.
* Παρεκτόπιση βολβού.
* Διπλωπία.
* Οφθαλμοπληγία.
* Μείωση οπτικής οξύτητας.
* Έντονη ετερόπλευρη ή αμφοτερόπλευρη μετωπιαία κεφαλαλγία.
* Οίδημα ψηλότερα από τους μετωπιαίους κόλπους.
* Μηνιγγίτιδα ή εστιακά νευρολογικά σημεία.

Διαφορική Διάγνωση

Ενήλικες:
Ρινίτιδα, κεφαλαλγία τάσης, δυσλειτουργία κροταφογναθικής άρθρωσης, λοίμωξη δοντιών, έρπητας ζωστήρας, νευραλγία, οφθαλμικό άλγος, καρκίνος παραρρινικών κόλπων.

Παιδιά:
Όγκος (τότε όμως η εξέλιξη δεν είναι τόσο γρήγορη. Στα παιδιά μικρής ηλικίας οι γναθιαίοι κόλποι δεν έχουν αναπτυχτεί πλήρως. Οι μετωπιαίοι κόλποι αναπτύσσονται για πρώτη φορά στην εφηβεία. Επομένως είναι απίθανη η διάγνωση της ιγμορίτιδας).

Σε μονόπλευρη ρινική καταρροή:
Ατρησία ρινικών χοανών, ξένο σώμα σε παιδιά. Μονόπλευρη ρινική καταρροή σε ενήλικο μπορεί να αποτελεί πρόδρομη εκδήλωση όγκου, ιδιαίτερα σε ηλικιωμένους καπνιστές.

Διερεύνηση

Εκτίμηση κλινικής εικόνας, στην οποία συμπεριλαμβάνεται η ρινοσκόπηση μετά από αποσυμφόρηση.

Τα ακόλουθα είναι υψηλής διαγνωστικής αξίας:
Η οδός του πύου,
η κακοσμία (υποκειμενική αίσθηση δυσοσμίας),
διάρκεια > 10 ημέρες,
καθώς και η διαπίστωση συγχρόνως των ακόλουθων σημείων:

Μονόπλευρο άλγος παρειάς και/ή δοντιών, διφασική (αρχικά λοίμωξη των άνω αεροφόρων οδών, που υποχωρεί, αλλά ενισχύει τα συμπτώματα της παραρρινοκολπίτιδας) νόσηση και αντίστοιχα ρινοπυόρροια.

Η μέτρηση της ΤΚΕ/CRP είναι αναξιόπιστη, γιατί η ποσότητα του ιστού είναι πολύ μικρή, για να γίνει μία πλήρης αντίδραση. Η ευαισθησία στην επίκρουση, το αίσθημα βάρους κεφαλιού και το άλγος κατά το σκύψιμο μπροστά αποτελούν εντελώς μη ειδικά σημεία και διαπιστώνονται σε παραρρινοκολπίτιδες τόσο ιογενούς, όσο και βακτηριδιακής αιτιολογίας.

Κάποιες φορές ο υπέρηχος ή η ακτινογραφία των γναθιαίων κόλπων δείχνουν απλώς ότι υπάρχει μείωση του περιεχόμενου αέρα, αλλά δε διευκρινίζουν την αιτία.

Το ίδιο διαπιστώνεται μεταξύ άλλων σε λοίμωξη των άνω αεροφόρων οδών (κρυολόγημα), αλλεργική ρινίτιδα, ρινικούς πολύποδες, άσθμα και παραρρινοκολπίτιδα (τόσο βακτηριδιακή όσο και ορώδη).

Σε υποτροπή μερικές φορές ίσως η διάγνωση να μπορεί να τεκμηριωθεί με CT/ενδοσκόπηση και/ή παρακέντηση κόλπων.

Η καλλιέργεια του ρινοφαρυγγικού εκκρίματος δεν προσφέρει αξιόπιστες πληροφορίες. Εκμαιεύστε από το ιστορικό τυχόν πληροφορίες για ύπαρξη υπεραντιδραστικών βλεννογόνων (αλλεργική και μη αλλεργική ρινίτιδα, πολυποδίαση, άσθμα).

Όταν οι υποτροπές παραρρινοκολπίτιδας είναι πολλές, δικαιολογείται δοκιμασία για τυχόν ύπαρξη αλλεργίας (phadiatop), ΤΚΕ, έλεγχος λευκοκυττάρων και τύπος τους, IgG, στην οποία συμπεριλαμβάνονται οι υποκατηγορίες με ερωτηματικό για πιθανή ύπαρξη ανοσοανεπάρκειας.

ΑΤ για διερεύνηση του στομίου των παραρρινικών κόλπων.

Θεραπεία

Στη βακτηριακή παραρρινοκολπίτιδα είναι πολύ συχνή η αυτόματη ίαση.

Συμπτώματα λοίμωξης άνω αεροφόρων οδών διάρκειας < 10 ημερών με έγχρωμη/ μη έγχρωμη ρινική καταρροή και ήπιο/ μέτριο άλγος πάνω από τις κοιλότητες των παρειών αποτελούν αιτία συμπτωματικής θεραπείας με ρινικά στεροειδή.
Ίσως παρακεταμόλη, ίσως αρχικά στυπτικές [1] ρινικές σταγόνες.

Συμπτώματα λοίμωξης των άνω αεροφόρων οδών με διάρκεια > 7-10 ημέρες με υψηλό πυρετό, μονόπλευρα συμπτώματα, εντοπισμένο άλγος στις παρειές/τα δόντια, έγχρωμη ρινική έκκριση, διπλή νόσηση [2] ή ισχυρή επιδείνωση μετά από συμπτώματα λοίμωξης των άνω αεροφόρων οδών διάρκειας 5-7 ημερών αποτελεί συχνά αιτία χορήγησης αντιβιοτικών + ρινικών στεροειδών πρωί-βράδυ.

Σε ενήλικες με οξεία βακτηριδιακή παραρρινοκολπίτιδα συστήνεται [3] η χορήγηση ενός από τα παρακάτω αντιβιοτικά:
Αρχικά εμπειρική θεραπεία
Ως 1ης εκλογής → Αμοξυκιλίνη/Κλαβουλανικό 625 mg x3 ή 1g x2, p.o.
Ως 2ης εκλογής → Δοξυκυκλίνη 100 mg x2 ή 200 mg x1, p.o.

Ασθενής με ιστορικό αλλεργίας στις β-λακτάμες
Ως 1ης εκλογής → Δοξυξυκλίνη 100 mg x2 ή 200 mg x1, p.o.
Ως 2ης εκλογής → Λεβοφλοξασίνη 500 mg x1 p.o.
Μοξιφλοξασίνη 400 mg x1, p.o.

Αποτυχία αρχικής αγωγής ή ύπαρξη παραγόντων κινδύνου για ανάπτυξη αντοχής.
Τέτοιοι παράγοντες θεωρούνται:
Ηλικία < 2 ετών ή > 65 ετών.
Παιδικός σταθμός.
Λήψη αντιβιοτικών τον προηγούμενο μήνα.
Νοσηλεία τις προηγούμενες 5 ημέρες.
Συννοσηρότητα.
Ανοσοκαταστολή.

Ως 1ης εκλογής → Λεβοφλοξασίνη 500 mg x1 p.o.
Μοξιφλοξασίνη 400 mg x1, p.o.

Αποσυμφορητικά των βλεννογόνων με τη μορφή ρινικών στεροειδών (προσοχή στα αγγειοσυσπαστικά σπρέι/σταγόνες – μπορεί να προκαλέσουν φαρμακευτική ρινίτιδα).
Ρινικό στεροειδές πρωί και βράδυ.

Σε οξεία βακτηριδιακή παραρρινοκολπίτιδα χωρίς αυτόματη παροχέτευση:
Ξέπλυμα γναθιαίου κόλπου (διενεργείται μόνο από ΩΡΛ/γο) + αμοξυκιλίνη.

Σε υποψία πρόσθιας παραρρινοκολπίτιδας χωρίς παροχέτευση και σε χρόνια παραρρινοκολπίτιδα:
Παραπομπή σε ΩΡΛ/γο.

ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:
Σε ενήλικες ασθενείς με ανοσοανεπάρκεια ισχύει ιδιαίτερος αλγόριθμος, όσο αφορά τη διάγνωση και την αντιμετώπιση της οξείας βακτηριδιακής ρινοκολπίτιδας.
(βλέπε σχετικά στην έκδοση της Ελληνικής Εταιρείας Λοιμώξεων, ΚΕΕΛΠΝΟ, 2015).

Παιδιά:
Τα παιδιά συχνά παρουσιάζουν 6-8 περιόδους κοινού κρυολογήματος το χρόνο. Κάτι τέτοιο είναι εντελώς φυσιολογικό.
Το παιδί μπορεί να παρουσιάζει αποχρωματισμένη ρινική έκκριση για μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς παραρρινοκολπίτιδα, η οποία χρειάζεται θεραπεία.

Όταν κριθεί απαραίτητη η χορήγηση αντιβιοτικών, επιλέγεται η χορήγηση αντιβιοτικού σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα [3].

Αρχική αντιμετώπιση Επιδείνωση μετά 72 ώρες Χωρίς βελτίωση μετά 72 ώρες
Παρακολούθηση χωρίς αντιμικροβιακή αγωγή Χορήγηση αμοξυκιλίνης σε υψηλή δόση με ή χωρίς κλαβουλανικό. Επιπλέον ημέρες παρακολούθησης ή έναρξη αγωγής
Αμοξυκιλίνη Υψηλή δόση αμοξυκιλίνης/κλαβουλανικού Συνέχιση αγωγής και παρακολούθηση ή υψηλή δόση αμοξυκιλίνης/κλαβουλανικού.
Υψηλή δόση αμοξυκιλίνης/κλαβουλανικού Κλινδαμυκίνη και κεφαλοσπορίνη γ’ γενεάς ή λινεζολίδη και κεφαλοσπορίνη γ’ γενεάς ή λεβοφλοξασίνη Συνέχιση αμοξυκιλίνης/κλαβουλανικού ή αλλαγή σε κλινδαμυκίνη και κεφαλοσπορίνη γ’ γενεάς ή λινεζολίδη και κεφαλοσπορίνη γ’ γενεάς ή λεβοφλοξασίνη.

Πιο αναλυτικά σχετικά με τη χορήγηση των παραπάνω αντιβιοτικών σύμφωνα με τις οδηγίες του ΕΟΦ, 2014 [4] και της Ελληνικής Εταιρείας Λοιμώξεων, 2015 [3].

Διάρκεια θεραπείας σύμφωνα με την τελευταία 10-14 ημέρες.
Ιδιαίτερα σε ύπαρξη σοβαρών επιπλοκών η θεραπεία μπορεί να συνεχιστεί μέχρι 6 εβδομάδες.
* Αμοξυκιλίνη σε υψηλή δόση 90 mg/kg/24ωρο.
* Αμοξυκιλίνη/κλαβουλανικό οξύ 90 mg/kg/24ωρο, διαιρεμένο σε 2-3 δόσεις για 7 ημέρες. Συνέχιση θεραπείας επιπλέον 7 ημέρες μετά από την πλήρη υποχώρηση των συμπτωμάτων.
* Μακρολίδες σε παιδιά με γνωστή αλλεργία στις β-λακτάμες.
* Κεφαλοσπορίνη 3ης γενιάς σε επιπλοκές.
* Προσθήκη κλινδαμυκίνης ή μετρονιδαζόλης σε λοίμωξη, που υποτροπιάζει.
* Αν το παιδί αρνείται να πάρει το αντιβιοτικό ή αν κάνει εμετούς:

Χορηγήστε αμοξυκιλίνη σε πόσιμη μορφή διαιρεμένη σε 3 δόσεις.

Αποσυμφορητικά βλεννογόνων. Συχνή αιτία είναι ο αιμόφιλος της γρίπης.

Σε οξεία ηθμοειδίτιδα, σφηνοειδίτιδα ή μετωπιαία κολπίτιδα (έντονος πόνος, εντοπισμένη διόγκωση, υψηλός πυρετός, επίδραση στη γενική κατάσταση) πρέπει να γίνει νοσηλεία σε ΩΡΛ/κή κλινική. Πρόκειται για κατάσταση, που μπορεί να γίνει απειλητική για τη ζωή.

Ποτέ μη διστάζετε. Παραπέμψτε ακόμη και στην ελάχιστη υποψία!

 

[1]   Που προκαλεί (αγγειο)σύσπαση.

[2]   Διπλή νόσηση σημαίνει ότι ο ασθενής έχει νοσήσει κατά τη μετάδοση του μικροβιακού αιτίου στον οργανισμό του  και προτού να εκδηλώσει τη νόσο εξαιτίας της οποίας επισκέπτεται το γιατρό.

[3]   Ελληνική Εταιρεία Λοιμώξεων, ΚΕΕΛΠΝΟ, Έκδοση 2015.

[4]   Οι λοιμώξεις στην πρωτοβάθμια περίθαλψη και η θεραπεία τους, ΕΟΦ, 2014.

Εμβάθυνση

Ελληνική Εταιρεία Λοιμώξεων > Κεφ. 2 Κατευθυντήριες οδηγίες για τη διάγνωση και τη θεραπεία της Οξείας Ρινοκολπίτιδας σε ενήλικες.

https://www.eof.gr/web/guest
Επιλέξτε από το μενού > Ανθρώπινα, μετά > Ανακοινώσεις προς επαγγελματίες και τέλος > Έκδοση ΕΟΦ 2014 (06.05.2014).

Φαρμακευτική Αγωγή

Αναλγητικά
Παρακεταμόλη.

Αντιβιοτικά
Αμοξυκιλίνη.
Αμοξυκιλίνη/κλαβουλανικό οξύ.
Δοξυκυκλίνη.
Κλινδαμυκίνη.
Λεβοφλοξασίνη.
Λινεζολίδη.
Μετρονιδαζόλη.
Μοξιφλοξασίνη.

Αποσυμφορητικά βλεννογόνων
Ξυλομεταζολίνη.

Ρινικά στεροειδή
Μομεταζόνη.

*Τελευταία Ενημέρωση:

1 Ιανουαρίου, 2024