Ορισμός
Φλεγμονή της σκωληκοειδούς απόφυσης.
Αιτία
Κατά το μεγαλύτερο μέρος η αιτία είναι άγνωστη.
Η απόφραξη του αυλού του τυφλού εντέρου θεωρείται ότι πρέπει να είναι μία από τις αιτίες (η αιτία γι’ αυτό είναι το οίδημα του λεμφοειδούς ιστού, κυρίως σε παιδιά), το κόπρωμα και ίσως κάποιο ξένο σώμα.
Υψηλή επίπτωση στις ηλικίες μεταξύ 10-30 ετών.
Συμπτώματα
Γενικά συμπτώματα με ναυτία, μειωμένη όρεξη, ‘‘αίσθημα ασθένειας’‘, μέτριο πυρετό, κοιλιαλγία.
Αρχικά το κοιλιακό άλγος επεκτείνεται από την περιοχή γύρω από τον ομφαλό και μπορεί να φτάσει χαμηλά μέχρι το δεξιό λαγόνιο βόθρο, στο σημείο McBurney (MB).
Ανάλογα με τη θέση του τυφλού εντέρου το άλγος μπορεί να εντοπίζεται στην ηβική σύμφυση (δεξιό λαγόνιο βόθρο) ή στην πλάγια κοιλιακή χώρα.
Μερικές φορές ο πόνος απουσιάζει ακριβώς πριν από τη διάτρηση.
Αντικειμενική εξέταση
Ήπιος ως μέτριος πυρετός.
Από ψηλαφητική ευαισθησία μέχρι γνήσια μυϊκή άμυνα (αντανακλαστική σύσπαση) των κοιλιακών μυών πάνω από το σημείο ΜΒ. Τα σημεία Perman -Rovsing και το σημείο του ψοῒτη μπορεί να είναι θετικά.
Ο ασθενής μπορεί να είναι περιπατητικός, σκύβοντας προσεκτικά προς τα εμπρός, όταν έρχεται να αναζητήσει ιατρική βοήθεια.
Δακτυλική εξέταση (PR): Ευαισθησία μέχρι ψηλά δεξιά.
Διαφορική διάγνωση
‘‘Διόγκωση λεμφαδένων κοιλιακής χώρας’‘, εγκολεασμός, γαστρεντερίτιδα, πνευμονία των βάσεων (κυρίως σε παιδιά), IBS, πυελονεφρίτιδα, γυναικολογικές αιτίες, νόσος των χοληφόρων οδών, δυσπεψία/έλκος, απόστημα σκωληκοειδούς, δυσκοιλιότητα, εκκολπωματίτιδα, εκκόλπωμα του Meckel.
Διερεύνηση
Η διάγνωση είναι κλινική σύμφωνα με τα παραπάνω.
Συχνά η διάγνωση είναι δυσχερής, κυρίως σε παιδιά, εγκύους, παχύσαρκους και ηλικιωμένους.
Σε αβεβαιότητα συστήνεται επανάληψη της ψηλάφησης της κοιλίας ξανά μετά από 12-24 ώρες.
Λευκοκυττάρωση (μετά από περίπου μία ώρα) και αύξηση της CRP (> 20 [η τιμή αυτή δεν είναι απόλυτη, αφού εξαρτάται από το σύστημα μέτρησης, που χρησιμοποιεί το κάθε εργαστήριο] μετά από περίπου 12 ώρες).
Σε υψηλές τιμές-CRP σε σκωληκοειδίτιδα είναι αυξημένος ο κίνδυνος διάτρησης.
Υπερηχογράφημα, CT, λαπαροσκόπηση ή γυναικολογική εξέταση σε ασαφείς περιπτώσεις.