Υποχονδρία

ICD-10 : F45.9 P || DSM-IV: 300.7

Ορισμός

Παρερμηνεία των οργανικών συμπτωμάτων από το φόβο προσβολής από επικίνδυνη ασθένεια.

Η πεποίθηση αυτή διατηρείται παρά τη διερεύνηση, που έχει γίνει και την καθησυχαστική διαβεβαίωση, με αποτέλεσμα να προκαλείται σαφής ταλαιπωρία και/ή επιδείνωση της απόδοσης στην εργασία ή κοινωνικά.

Προϋποθέτει διάρκεια τουλάχιστον έξι μηνών και πρέπει να μη οφείλεται σε άλλη ασθένεια

(βλέπε τη διαφορική διάγνωση).

 

Αιτίες

Πρωτοπαθής νόσος:

Αδυναμία στο να βγαίνει έξω λόγω της αβεβαιότητας, που υπάρχει στη ζωή.

Αναζήτηση ασφάλειας και ‘’εγγυήσεων’’ για τη ζωή του.

Μερικές φορές έκδηλη ανάγκη παρηγοριάς και προσοχής.

Ενδεχομένως διαφορετική ‘’διαλογή’’ των συνηθισμένων οργανικών συμπτωμάτων εξαιτίας βιοχημικών μηχανισμών (σεροτονίνης).

 

Δευτεροπαθής ασθένεια:

Τα συμπτώματα αποτελούν συστατικό μέρος της κατάθλιψης και/ή της αγχώδους διαταραχής.

 

Συμπτώματα

Βλέπε τον Ορισμό.

Μία μόνιμη τάση ερμηνείας και μετάφρασης φυσιολογικών συμπτωμάτων του σώματος με ανησυχία και συλλογισμούς καταστροφολογίας απέναντι στην υποψία επικίνδυνης υποκείμενης ασθένειας.

Επαναλαμβανόμενες καταγραφές των οργανικών συμπτωμάτων. Ανησυχία για ασθένειες, που έχει σκεφτεί.

 

Συχνές επισκέψεις στο γιατρό με την απαίτηση εξέτασης.

Ορισμένες φορές η αιτία των συμπτωμάτων μπορεί να είναι ασθένειες συγγενών.

Μπορεί να αναπτυχτεί δευτερογενής κατάθλιψη.

 

Διαφορική διάγνωση

Κατάθλιψη (έναρξη σωματικών εκδηλώσεων κυρίως σε ηλικιωμένους), γενικευμένη αγχώδης διαταραχή, αδιαφοροποίητη σωματόμορφη διαταραχή

(μεγαλύτερη εστίαση στα ίδια τα συμπτώματα με την επιθυμία ανακούφισης από αυτά παρά από την ανησυχία για υποκείμενη ασθένεια, ωστόσο υπάρχει σημαντική αλληλοεπικάλυψη με την Υποχονδρία).

 

Διαταραχή πανικού, διαταραχή σωματοποίησης, (σοβαρά προβλήματα από τη νεαρή ηλικία και μετέπειτα, πλήθος μεγάλων ιατρικών ιστορικών μετά από αυτό), καταναγκαστικές σκέψεις, ψύχωση.

 

Θεραπεία

Η πρόγνωση είναι καλή με τη βοήθεια της γνωσιακής συμπεριφορικής θεραπείας. ‘’Οι αυτόματοι συλλογισμοί’’ του ασθενούς σχετικά με επικίνδυνες ασθένειες, τους οποίους χρησιμοποιεί ως ερμηνεία των οργανικών συμπτωμάτων του, αμφισβητούνται και μεταβάλλονται από τον ασθενή με τη βοήθεια του θεραπευτή. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα μία διαφορετική γενικά αντίδραση σε οργανικά συμπτώματα και την αλλαγή της συμπεριφοράς.   Η πραγματικότητα, όσο αφορά την επιθυμία για Ολοκληρωμένη Ασφάλεια στη Ζωή και Εγγυήσεις στην Υγεία, αμφισβητείται και διορθώνεται. Ο ασθενής κατανοεί ότι στη ζωή συμπεριλαμβάνεται η ανοχή σε αβεβαιότητα. Τις εξετάσεις του σώματος τις αναλαμβάνει γιατρός με βάση προκαθορισμένο σχεδιασμό, στη συνέχεια διακοπή και σύνοψη. Μην επιτρέπετε στον ασθενή να κατευθύνει τη διερεύνηση, κάτι τέτοιο δεν μειώνει την προοπτική της ανησυχίας του. Σε παραμονή των συμπτωμάτων προγραμματίζονται νέες επισκέψεις, αλλά σε αραιά χρονικά διαστήματα, ποτέ το: ‘’Επιστρέψτε (για νέα εκτίμηση), όταν χρειαστεί’’. Στις συνηθισμένες περιπτώσεις η φαρμακευτική αγωγή είναι αναποτελεσματική εξαιτίας της ευαισθησίας στις παρενέργειες. Συμπλήρωση με αντικαταθλιπτικά σε ανεπαρκές αποτέλεσμα της ΓΣΨ.